Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017

Το Παιχνίδι της Τυφλόμυγας


Η αναγγελία της Γιορτής της Τυφλόμυγας από το Δημόσιο Ταξιθέτη έγινε δεκτή με κάποια δυσπιστία στην αρχή, αλλά στη συνέχεια με ανυπόκριτο ενθουσιασμό, επειδή όλα τα παιχνίδια, εκτός από το κυνηγητό -ιδιαίτερα το κρυφτό κ ο πετροπόλεμος-, είχαν απαγορευτεί εδώ κ πέντε χρόνια.

Οι κανόνες ήταν σχετικά απλοί: οι φιλόνομοι πολίτες έπρεπε να φορέσουν σκούρο πανί στα μάτια κ να αμολυθούν στους δρόμους παίζοντας τυφλόμυγα.

‘Όταν έφτασε η καθορισμένη μέρα δεν έμεινε ούτε ένας να μη φόρεσε μαντίλι. Όσοι αρνήθηκαν, όπως ο Μενέλαος ο οφθαλμίατρος για παράδειγμα, που ήθελε σώνει κ καλά να παίξει πετροπόλεμο, έφαγαν κάμποσες γονατιές στα αχαμνά, μπούκωσαν αίμα κ άλλαξαν γνώμη.

Η επιτυχία του παιχνιδιού ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Πολύχρωμα ποτάμια κόσμου πλημμύρησαν πλατείες, δρόμους, πάρκα, γήπεδα, νταμάρια, ουρητήρια, αλάνες, αδιέξοδα κ γενικά όλους τους δημόσιους χώρους.

Αρχιμανδρίτες κ φαντάροι κυνηγούσαν αστρονόμους, χειρομάντες κ ζαχαροπλάστες πασπάτευαν λοστρόμους κ αυστηροί ειρηνοδίκες έβαζαν χέρι σε ξεμαλλιασμένες ταξιθέτριες με κοντά καλτσάκια..

Ξαναμμένοι, λαχανιασμένοι, αλαλιασμένοι από συγκίνηση, έτρεχαν όλοι από χίλιες μεριές, σκοντάφτοντας κάθε τόσο σε ματωμένα κράνη κ διαμελισμένα πτώματα ποιητών.

Γέλια, σφυρίγματα, ποδοβολητά κ χαρούμενες φωνίτσες. Ακούστηκαν βέβαια κ μερικά σκουξίματα όπως του Μενέλαου, που πήγε να κάνει ματάκι κ του φόρεσαν ζουρλομανδύα, οι περισσότεροι φιλόνομοι πολίτες όμως, ιδιαίτερα οι εφαψίες, διασκέδασαν με την ψυχή τους.

Κατά τις έξι, ξεθεωμένοι κ εξαντλητικά ψυχαγωγημένοι, περίμεναν οι παίχτες να ακούσουν το σφύριγμα της λήξης, όταν τα μεγάφωνα ανακοίνωσαν ότι απαγορεύεται να βγάλουν τα μαντίλια, επειδή κατόπιν επισταμένων μελετών οι ειδικοί των επιχορηγούμενων ερευνητικών κέντρων είχαν διαπιστώσει ότι οι κερατοειδείς χιτώνες των κατοίκων είχαν καταπονηθεί από τα έντονα φώτα των απατηλών διαφημίσεων κ τα δυσανάγνωστα στοιχεία των κακοτυπωμένων προκηρύξεων. Μια περίοδος εθελοτυφλίας ήταν απαραίτητη για ν’ αποτραπεί το ενδεχόμενο ανεπανόρθωτης βλάβης στην όρασή τους.

Διακεκριμένος οφθαλμίατρος, που επιβεβαίωσε τη μαζική αυτή διάγνωση με στατιστικά στοιχεία κ παραπομπές στη βιβλιογραφία της Μεγάλης Άρκτου, διορίστηκε αυθημερόν Υπουργός Οφθαλμαπατών. Υποδεέστεροι οφθαλμίατροι όπως ο Μενέλαος για παράδειγμα, που διατύπωσαν ορισμένες αντιρρήσεις, γλίστρησαν στη σκάλα του φρενοκομείου, υπέστησαν πολλαπλά κατάγματα κ το Πρώτων Βοηθειών, που τους διαμετακόμιζε στο παρθεναγωγείο για να επιλέξουν νοσοκόμα, έπεσε στο γκρεμό επειδή, ο σοφέρ δεν είχε συνηθίσει να οδηγεί με διπλό μαντίλι στα μάτια…

Έγινε βέβαια κάποιο σούσουρο, ακούστηκαν κάτι ριπές, κάτι άριες, κάτι υστερικές κραυγές, κάτι «οχ!» κ «μη!» κ «άντε από κει» κ «έλα Χριστέ μου!», αλλά όλες τούτες οι παραφωνίες πνίγηκαν στα τροπάρια, τις ψαλμωδίες κ τα συναρπαστικά θούρια που ξεχύνονταν από τα μεγάφωνα.

Σιγά σιγά οι υπήκοοι εξοικειώθηκαν με τη νέα τους κατάσταση. Μερικοί μάλιστα προτιμούσαν χίλιες φορές να βλέπουν τηλεόραση ή να επιδίδονται σε ερωτικές περιπτύξεις φορώντας τα μαντήλια. Άλλοι, πάλι, διανοούμενοι αυτοί, υποστήριξαν ότι επετεύχθη επιτέλους η επιθυμητή ισότης μεταξύ αόμματων κ οξυδερκών, ένα δίκαιο μέτρο κοινωνικής πρόνοιας, κ ένας θρησκευτικός ηγέτης κήρυξε από του άμβωνος ότι η παρούσα κατάσταση προσφέρει στους πιστούς αλλά κ στους αναξιόπιστους μια σπάνια ευκαιρία για ενδοσκόπηση, άσε που πλήττει θανάσιμα τους οφθαλμοπόρνους.

Μερικοί, αθεράπευτα αισιόδοξοι αυτοί, περίμεναν με συγκινητική όντως υπομονή να ξημερώσει η ευλογημένη μέρα που θα μπορούσαν να βγάλουν επιτέλους τα μαντίλια κ με ξεκούραστα μάτια να ατενίζουνε το μέλλον.

Οι ελπίδες τους διαψεύστηκαν με το χειρότερο τρόπο όταν το Υπουργείο Οφθαλμαπατών ανακοίνωσε ότι η κατάσταση μονιμοποιείται, επειδή βάρβαρες ορδές τεράτων είχαν ενσκήψει από τη Μεγάλη Άρκτο. Τα ευδιάκριτα αυτά τέρατα κυκλοφορούσαν ασύδοτα στις αρτηρίες της πολιτείας. Αν τα έβλεπαν οι κάτοικοι κινδύνευαν να τυφλωθούν από τις ακτίνες που τίναζαν τα ματωμένα του ρουθούνια.

Η επόμενη ανακοίνωση ήταν ακόμα πιο καθησυχαστική.: από εδώ κ πέρα, για καλό κ για κακό, μετά την αποκοπή του ομφάλιου λώρου, ο Δημόσιος Ταξιθέτης θα φορούσε σε κάθε νεογνό ένα μαύρο βελούδινο μαντίλι, δωρεάν προσφορά του κράτους. Αυτό επιβάρυνε βέβαια τον προϋπολογισμό, αλλά υπήρχα βάσιμες ελπίδες ό,τι σύμφωνα με τους αναθεωρημένους νόμους της κληρονομικότητας, μετά από γενεές τα μωρά θα άρχιζαν να γεννιούνται με μεμβράνη στα μάτια , απαλλάσσοντας το Δημόσιο από περιττές δαπάνες.

Αυτή τη φορά σχεδόν κανείς δεν αμφισβήτησε την αλήθεια των λεγομένων. Όσο για τους ελάχιστους δύσπιστους που διατύπωσαν αντιρρήσεις κ υπέβαλαν ερωτήσεις, επειδή θυμήθηκαν το μακαρίτη το Μενέλαο, που τους τα ‘λεγε αλλά δεν τον άκουγαν, κανείς δεν είδε τι απόγιναν –πώς να δει άλλωστε;…

Η οικονομία της χώρας όχι μόνο προσαρμόστηκε αλλά κ ωφελήθηκε από την ιδιόρρυθμη αυτή κατάσταση –ιδιαίτερα ο τουρισμός. Πλήθη αλλοδαπών συνέρρεαν στη χώρα κ χάζευαν, φωτογράφιζαν, έβγαζαν τη γλώσσα κ θαύμαζαν τους κατοίκους που είχαν μάθει να εργάζονται, να παίζουν ποδόσφαιρο, να παζαρεύουν, να ελίσσονται κ να ερωτοτροπούν με μαντίλια τυφλόμυγας στα μάτια. Μερικοί μάλιστα είχαν την ευκαιρία να δουν κ τα έρποντα τέρατα που κυκλοφορούσαν στο δρόμο κ επόπτευαν τους μαντιλοφόρους.

Από τη συλλογή του "Ερωτευμένου Πυροσβέστη"
Ευγένιος Τριβιζάς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου