Φρουρός σ’ έναν ατέρμονα αγωγό στην έρημο;
Απόσπασμα ενός ανδρός σε κάστρο μες την άμμο;
Όποιος κι αν ήταν. Την αυγή είδε βουνά αυλακωμένα στο
Χρώμα της στάχτης, κι απάνω η σκοτεινιά που ξεθωριάζει
Βουτηγμένη στο μενεξελί, σπάζοντας σ’ ένα ρευστό κόκκινο
Ώσπου σταθεροποιείται, τεράστια, σ’ ένα φως πορτοκαλί.
Μέρα τη μέρα, και, πριν το νιώσει, χρόνο με το χρόνο.
Για ποιον, ρωτιέται, αυτό το θάμπος; Για μένα μόνο;
Ωστόσο, θα παραμείνει κι αφού εγώ χαθώ.
Τι είναι τάχα για το μάτι της σαύρας; Πώς είναι κοιταγμένο από
διαβατάρικο πουλί;
Αν είμαι όλη η ανθρωπότητα, υπάρχει τίποτα χωρίς εμένα;
Κι ήξερε πως δεν είχε νόημα να φωνάζει, κανείς δεν μπορούσε
να τον σώσει.
Czeslaw Milosz
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου