Κάποτε είχαμε ένα κήτος να μας χωρίζει
με μάτια όλο γρανάζια
με στόμα άπληστο από προσταγές
και το κέρας της Αμάλθειας ποτέ να μην αρκεί
για τον κορεσμό του κέρδους.
Τριμμένα παντελόνια σε γραφείων
πολυκαιρισμένες καρέκλες
με θέα οθόνες υπολογιστών
και τα ψηφιακά φιλιά που μού ’στελνες
από το πατρικό
πάντα να ξεμένουν σ’ αρχεία ξεχασμένα.
Τώρα πια έχουμε μια ολόκληρη θάλασσα
να καταπιούμε για να σμίξουμε
να στερέψουν τα σκυλόψαρα απ’ το βυθό
να μείνουν μόνο κοράλλια και μαργαριτάρια
λίγη ομορφιά ανεπιτήδευτη ως θέλγητρο για γυρισμό.
Είναι η θάλασσα με την αντάρα της
και μερικά βουνά που πρέπει να παραβγούμε
στήθος με στήθος ν’ αναμετρηθούμε
με τα στοιχειά της μοίρας μας
και αν φανούμε τυχεροί
σ’ αγαπημένα χώματα και πάλι να βρεθούμε.
Ας είναι˙ τι Οδυσσέας θα ήμουν άραγε
αν δε βαστούσα με λίγο νόστο να ποτίσω το λαρύγγι;
Μόνο μη μου μιλάς για κήτη καπιταλισμού˙
για Οδύσσεια προορίστηκα κι όχι για του Ιωνά τα πάθη.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]
Πηνελόπη Γιώσα
με μάτια όλο γρανάζια
με στόμα άπληστο από προσταγές
και το κέρας της Αμάλθειας ποτέ να μην αρκεί
για τον κορεσμό του κέρδους.
Τριμμένα παντελόνια σε γραφείων
πολυκαιρισμένες καρέκλες
με θέα οθόνες υπολογιστών
και τα ψηφιακά φιλιά που μού ’στελνες
από το πατρικό
πάντα να ξεμένουν σ’ αρχεία ξεχασμένα.
Τώρα πια έχουμε μια ολόκληρη θάλασσα
να καταπιούμε για να σμίξουμε
να στερέψουν τα σκυλόψαρα απ’ το βυθό
να μείνουν μόνο κοράλλια και μαργαριτάρια
λίγη ομορφιά ανεπιτήδευτη ως θέλγητρο για γυρισμό.
Είναι η θάλασσα με την αντάρα της
και μερικά βουνά που πρέπει να παραβγούμε
στήθος με στήθος ν’ αναμετρηθούμε
με τα στοιχειά της μοίρας μας
και αν φανούμε τυχεροί
σ’ αγαπημένα χώματα και πάλι να βρεθούμε.
Ας είναι˙ τι Οδυσσέας θα ήμουν άραγε
αν δε βαστούσα με λίγο νόστο να ποτίσω το λαρύγγι;
Μόνο μη μου μιλάς για κήτη καπιταλισμού˙
για Οδύσσεια προορίστηκα κι όχι για του Ιωνά τα πάθη.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]
Πηνελόπη Γιώσα