Τρίτη 10 Απριλίου 2018

A la folie


 Ό,τι κι αν λεν τα εγχειρίδια της Ψυχιατρικής,
ένα είναι σίγουρο. Δεν περιγράφεται η τρέλα.
Το ερώτημα που τίθεται, είναι αν μπορεί
επαρκώς να περιγράψει.
Ας πούμε, λέμε «τον ερωτεύτηκε τρελά».
Είναι μια έκφραση κι αυτή,
ενδεχομένως κάπως τετριμμένη, πλην όμως
με παγκόσμια, διαπολιτισμική ισχύ.
Γιατί, παντού στον κόσμο οι ερωτευμένοι
διαγιγνώσκονται παράφοροι, διαταραγμένοι
κι ενίοτε επικίνδυνοι και αυτοκτονικοί.
Μιλώ, ασφαλώς, γι’ αυτούς τους εκλεκτούς
που αξιώθηκαν μια τύχη υψηλή–
να αγαπούν, χωρίς απαραιτήτως ν’ αγαπιούνται.
Γιατί μονάχα τότε είναι που μπορούν,
χωρίς μικροπρεπή προσκόμματα
και δίχως της επιτυχίας τη δαμόκλειο επιταγή,
να φτάσουν το αίσθημά τους
σε ύψη δυσθεώρητα, για ’κείνο που αντιτάσσει
η πάντοτε προσβλέπουσα και σώφρων Λογική.
Άλλοι το λένε αποτέλεσμα, άλλοι ανταπόκριση,
άλλοι κατάληξη ευτυχή.
Κι ίσως να μοιάζει με πορεία παράδοξα μοναχική.
Όμως, δεν πρέπει να ξεχνούμε,
ότι στον κόσμο των τρελών κι ερωτευμένων
ισχύει μια καινούρια, ολότελα άγνωστη ηθική.
Εξάλλου, αυτό δε λεν πως είναι η τρέλα;
Όταν η συμπαγής ουσία,
που συγκρατούσε τα Γνωστά σε στέρεη δομή,
έχει οριστικώς αποδιοργανωθεί.

(Συλλογή Χωρίς, από το Χωρίς ΙΙ)
Μιράντα Παπαδοπούλου

Κυριακή 8 Απριλίου 2018

Περνώντας ο χρόνος

Το δέρμα σου σαν αυγή
Το δικό μου σαν μοσχοκάρυδο

Ο ένας ζωγραφίζει την αρχή
Ενός βέβαιου τέλους

Ο άλλος, το τέλος
Μιας σίγουρης αρχής

Μάγια Αγγέλου

Ξυπνώντας στη Νέα Υόρκη

Κουρτίνες ζορίζοντας τη θέλησή τους
Ενάντια στον άνεμο,
Παιδιά που κοιμούνται,
Ανταλλάσσοντας όνειρα με Σεραφείμ.
Η πόλη σέρνεται αφυπνισμένη
Πάνω σε υπόγειους ιμάντες · κι εγώ,
Ένας συναγερμός, ξύπνια
Σαν φήμη πολέμου,
Ξαπλωμένη τεντώνομαι στην αυγή,
Αυθόρμητη κι αγνοημένη.

Μάγια Αγγέλου

Ένα παραδοξολόγημα

Δώσ’ μου το χέρι σου

Κάνε χώρο για μένα
Για να σε οδηγήσω
Και να σ’ ακολουθήσω
Πέρα απ’ αυτή τη λύσσα
Της ποίησης.

Άσε τους άλλους να ’χουν
Την ιδιαιτερότητα
Των συγκινητικών λέξεων
Και της αγάπης
Για την απώλεια της αγάπης.

Για μένα,
Δώσ’ μου το χέρι σου.

Μάγια Αγγέλου

Όταν έρχεσαι

Όταν έρχεσαι σε μένα, απρόσκλητος,
Κάνοντάς μου νόημα
Σε αλλοτινά δωμάτια,
Όπου στέκουν οι αναμνήσεις,

Προσφέροντάς μου, καθώς σ’ ένα παιδί,
Μία σοφίτα, συναντήσεις
Ημερών τόσο λιγοστών,
Μπιχλιμπίδια κλεφτών φιλιών,
Ψευτοκοσμήματα από δανεικές αγάπες,
Μπαούλα μυστικών λέξεων,

Εγώ κλαίω.

Μάγια Αγγέλου 

Γυναικεία δουλειά



Έχω να κοιτάξω τα παιδιά
Να μαντάρω ρούχα μια αγκαλιά
Το πάτωμα να σφουγγαρίσω
Στα μαγαζιά να πάω να ψωνίσω
Ύστερα το κοτόπουλο να ψήσω
Το μωρό να καθαρίσω
Μια παρέα να τραπεζώσω
Πουκάμισα να σιδερώσω
Τον κήπο να βοτανίσω
Και τα μικρά να ντύσω
Την κονσέρβα να ανοίξω
Το αχούρι να τακτοποιήσω
Τους αρρώστους να γιατροπορέψω
Και τα βαμβάκια να μαζέψω

Λάμψε πάνω μου, ήλιε
Βρέξε με, βροχή
Πέσετε απαλά δροσοσταλίδες
Το μέτωπό μου να δροσιστεί.

Θύελλα, πάρε με από εδώ
Με τον άνεμο τον πιο δυνατό
Άσε με να αιωρούμαι στον ουρανό
Μέχρι να ξεκουραστώ.

Πέσετε απαλά, χιονονιφάδες
Με λευκά παγωμένα
Φιλιά καλύψτε με και
Αφήστε με να κοιμηθώ μια βραδιά.

Ήλιε, βροχή, ανάγλυφε ουρανέ
Βουνό, ωκεανέ, πέτρα και φύλλο
Αστέρι λάμψε, φεγγάρι γέλα
Μόνο εσάς έχω για φίλο.

Μάγια Αγγέλου

Φυλακισμένο πουλί


Το ελεύθερο πουλί κάνει άλμα
στην πλάτη του ανέμου
και αιωρείται κατεβαίνοντας
μέχρι την άκρη του ρεύματος
βουτά τα φτερά του
στις πορτοκαλιές ηλιαχτίδες
και τολμά να διεκδικήσει τον ουρανό

Μα ένα πουλί που πηγαινοέρχεται
μες στο στενό κλουβί του
σπάνια μπορεί να δει πέρα
από τα κάγκελα της οργής
τα φτερά του είναι ψαλιδισμένα και
τα πόδια του δεμένα
έτσι ανοίγει το στόμα του και τραγουδά

Το φυλακισμένο πουλί τραγουδά
με έναν φοβισμένο σκοπό
για πράγματα άγνωστα
μα επιθυμητά από καιρό
και η μελωδία του ακούγεται
στο μακρινό βουνό
γιατί το φυλακισμένο πουλί
τραγουδά την ελευθερία

Το ελεύθερο πουλί στοχάζεται άλλο ένα αεράκι
τους αληγείς ανέμους να περνούν απαλά μέσα από δέντρα που στενάζουν
τα παχιά σκουλήκια να το περιμένουν σε ένα λιβάδι καθώς χαράζει
και αποκαλεί τον ουρανό δικό του.

Μα ένα φυλακισμένο πουλί στέκει πάνω από τον τάφο των ονείρων
Η σκιά του ουρλιάζει πάνω στου εφιάλτη την κραυγή
τα φτερά του είναι ψαλιδισμένα και
τα πόδια του δεμένα
έτσι ανοίγει το στόμα του και τραγουδά

Το φυλακισμένο πουλί τραγουδά
με έναν φοβισμένο σκοπό
για πράγματα άγνωστα
μα επιθυμητά από καιρό
και η μελωδία του ακούγεται
στο μακρινό βουνό
γιατί το φυλακισμένο πουλί
τραγουδά την ελευθερία.

Μάγια Αγγέλου

Απόψε


Απόψε που έχασα τον ίσκιο μου
και βουλιάζω στην άπατη νύχτα. 

Απόψε που βγήκα στα τρίστρατα του μεσονυχτιού
και ζητιανεύω λίγον ύπνο. 

Απόψε που αποδήμησαν κοπάδι οι χίμαιρες
και γω ξεσέλωσα το άτι της ελπίδας... 

Απόψε που σου σήκωσα το γιασμάκι
και σ' αντίκρυσα ολόγυμνη-εφτάσκημη ντροπή- 

Μετρήθηκα ξανά μαζί σου
Κι ήμουν ένα μπόι πιο ψηλός!

Κραυγή στα Πέρατα, Παλμός 1954
Μενέλεος Λουντέμης 

Κυριακή 1 Απριλίου 2018

Μεγάλη Παρασκευή


Μεγάλη Παρασκευή -της λάθος ματιάς
Δεν είναι από κει που κοιτάς ο Εσταυρωμένος
γωνιά Τοσίτσα με Πατησίων είναι,
στα σύνορα του Έβρου σταυρώνεται τις νύχτες
στης Κακαβιάς τα χιόνια ποτίζεται όξος μουλωχτά
στο Φαρμακονήσι εξαφανίζεται
Στον Άγιο Παντελεήμονα κουβαλά τον σταυρό του μαρτυρίου
στον Δενδροπόταμο ξεψυχά
στο πάρκο της ΧΑΝΘ με τη σύριγγα στο χέρι ψιθυρίζει
«λαμά λαμά σαβαχθανί»
έξω από τα supermarket και στις λαϊκές αγορές
φορά ακάνθινο στεφάνι
βλέπεις το αίμα στο μέτωπο η όχι ακόμη;
Δεν είναι εκεί στις λαμπάδες, στα προαύλια ναών ο επιτάφιος απόψε
είναι κάτω από το σπίτι σου ο κοιμισμένος άστεγος
δεν του αρκεί να τον προσπεράσεις με το κερί στο χέρι
ούτε κάποια νηστεία σου, θα τον σώσει
Οι ολονύκτιες ψαλμωδίες σου δεν θα βρουν δουλειά στον άνεργο
μήτε οι ευχές με τα λαγουδάκια του πάσχα στο διαδίκτυο
θα αναπληρώσουν τα άδεια μάτια των μεταναστών
θύματα του συμμαθητή δουλεμπόρου
που χαιρετάς στα προεκλογικά σαλόνια
με κατάνυξη
Δεν είναι από κει που κοιτάς ο Άγιος που θα σε σώσει με το θάνατο του
κοίτα προσεκτικότερα, σταμάτα να φοβάσαι
και κοίτα
ίσως να μη σωθείς βεβαίως
αλλά τουλάχιστον θα έχεις
νιώσει το “πρώτο βήμα” τι σημαίνει
κι αν μια Ανάσταση έχει λόγο ύπαρξης
η μοναχά σαν αργία των δημόσιων υπηρεσιών
για μια πενταήμερη εκδρομή στην εξοχή μετριέται.

Τέλλος Φίλλης