Στεκόταν μόνος στην αυλή, τόσο σκοτεινός
που η νύχτα μάβιαζε γύρω του.
Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Άνοιξα την πόρτα
& βγήκα. Αέρας
στα κλαδιά. Με κοίταξε με κηροζίνης-
μπλε μάτια. Τι θέλεις; ρώτησα, ξεχνώντας πως
δεν έχω γλώσσα. Συνέχισε να αναπνέει,
για να μείνει ζωντανός. Ήμουν αγόρι –
που σημαίνει πως ήμουν δολοφόνος
της παιδικής μου ηλικίας. & όπως όλοι οι δολοφόνοι, θεός μου
η ησυχία. Θεέ μου, ήταν ακόμα
εκεί. Σαν κάτι που προσευχήθηκε
ένας άντρας δίχως στόμα. Η πράσινη-μπλε λάμπα
στριφογύρισε στην υποδοχή της. Δεν
τον ήθελα. Δεν τον ήθελα να
είναι όμορφος – μα καθώς είχα ανάγκη η ομορφιά
να είναι κάτι περισσότερο από πληγή απαλή
αρκετά να την κρατήσω,
πλησίασα. Πλησίασα – όχι τον ταύρο –
μα τα βάθη. Όχι μία απάντηση αλλά
μία είσοδο στο σχήμα
ενός ζώου. Όπως εγώ.
Μτφ. Μαριάννα Πλιάκου
Ocean Vuong
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου