«Ποτέ δε μοιάζει καλοκαίρι εδώ
στο Μπίνι, στη θάλασσα κοντά»·
μα κι αν αυτή το ’βλεπε θλιβερό,
μου φαίνονταν όλα καλοκαιρινά.
Ποτέ δε μοιάζει καλοκαίρι πια
εκεί, σε πείσμα του καιρού·
μα, αχ, δε θα καλοκαιριάσει πουθενά,
στο Μπίνι η κι όπου αλλού.
Η ζωή γελάει προχωρώντας
Περιπλανώμενος, αναζητούσα μια κατοικία παλιά
όπου, κάποια που γνώριζα, ζούσε έναν καιρό.
Στο μέρος ‘κείνο βρήκα ένα σπίτι τελικά,
μα ήταν καινούργιο, δεν ήταν το παλιό.
Πήγα εκεί, όπου, όχι και πριν καιρό πολύ,
μεσ’ από δυό στήθη το χόρτο είχε φυτρώσει,
οι μαργαρίτες χαρούμενα απλώνονταν στη γη,
τον τάφο από κάτω σα να μην είχαν νιώσει.
Περπάτησα μέσα απ’ έναν κήπο, όπου παιδιά
στον ήλιο, φωνάζοντας, χοροπηδούσαν:
τη σιλουέτα που κάποτε καθόταν στη γωνιά,
οι άνθρωποι πια δεν την αναζητούσαν.
Προχωρώντας ακάθεκτη γελάει η ζωή,
είδα πως στο νέο είχε υποκύψει το παλιό:
εύλογα η διάθεση μου η πολύ νοσταλγική
έσβησε, αφήνοντας το στόμα μου κλειστό.
Thomas Hardy
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου