Μια φορά κι έναν καιρό
Ο Θεός έφτιαξε τον Ελέφαντα.
Τότε ήταν μικρός και ντελικάτος
Καθόλου παράξενος,
Ούτε μελαγχολικός
Οι Υαινες τραγουδούσαν στα χαμόκλαδα: Είσαι όμορφος-
Φανέρωναν τα καψαλισμένα κεφάλια τους με τις σαρδόνιες εκφράσεις
Σαν μισοσαπισμένες πληγές ακρωτηριασμών-
Φθονούμε τη χάρη σου
Χόρευαν μες την αγκαθωτή βλάστηση
Ω πάρε μας μαζί σου στη Χώρα της Γαλήνης
Ω άχρονα μάτια αθωότητας και καλοσύνης
Βγάλε μας απ' τα καμίνια
Και τις φωτιές των καπνισμένων προσώπων μας
Μέσα σε αυτά τα κολαστήρια σπαρταράμε
Αποκλεισμένοι πίσω από τις μπάρες των δοντιών μας
Σε ακατάπαυστη μάχη μ' έναν θάνατο
Μεγάλο όσο η Γη
Και με τη δύναμη της Γης.
Κι έτσι οι Υαινες έτρεχαν πίσω από την ουρά του Ελέφαντα
Σαν ευκίνητη λαστιχένια μπάλα
Περιδιάβαινε χαρούμενα μέσα στην ξεγνοιασιά του
Μα δεν ήταν Θεός, όχι δεν ήταν δική του δουλειά
Να συνετίσει τους καταραμένους.
Με μένος, με τρέλα τότε, έβαλαν φωτιά στα ρύγχη τους
Ξέσχισαν τα σπλάχνα του
Τον μοίρασαν ανάμεσα σε κάθε Κόλασή τους
Για να κλάψουν πάνω από τα κομμάτια του
Φλογισμένα, καταφαγωμένα
Μέσα σε παρελάσεις κολασμένων γέλιων.
Στην Ανάσταση των Νεκρών
Ο Ελέφαντας συνάρμολόγησε τον εαυτό του προσεκτικά
Θανατηφόρα πέλματα και αδιαπέραστο κορμί και πανίσχυρα κόκκαλα
Και εντελώς αλλαγμένα μυαλά
Πίσω από γερασμένα μάτια, γεμάτα πονηριά και σοφία.
Ετσι μέσα στο πορτοκαλί λυκόφως και τις γαλάζιες σκιές
Της μέλλουσας ζωής, ανεμπόδιστος και τεράστιος,
Ο Ελέφαντας βαδίζει τον δρόμο του, μια κινούμενη έκτη αίσθηση
Και αντίθετα και παράλληλα
Οι άγρυπνες Υαινες προχωρούν
Κατα μήκος του αδειανού ορίζοντα τρέμοντας σαν πυρακτωμένες λαμαρίνες
Τρέχουν μαστιγωμένες
Τα ντροπιασμένα τους λάβαρα διπλωμένα σφιχτά
Κάτω απ' τα σωθικά τους.
Μπουκωμένες με σάπιο γέλιο
Κηλιδωμένες απ' το μαύρο υγρό που αναβλύζει
Και τραγουδούν: "Δική μας είναι η χώρα
Των ηδονών και όμορφο
Το σαπρό στόμα της λεοπάρδαλης
Και τα μνήματα του πυρετού
Γιατί μόνον αυτά μας ανήκουν-"
Και ξερνούν το γέλιο τους.
Και ο Ελέφαντας τραγουδάει βαθιά μες στον λαβύρινθο του δάσους
Για ένα αστέρι αείζωης και ανώδυνης γαλήνης
Αλλά κανένας αστρονόμος δεν μπορεί να το βρει.
(από τη συλλογή "Crow", 1971)
Ted Hughes
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου