Φαντάσου να ζεις σε μια ξένη, σκοτεινή πόλη για είκοσι χρόνια.
Υπάρχουν κάποιες ζοφερές κατοικίες στις ανατολικές συνοικίες
και μια απ’ αυτές είναι η δική σου. Με το που προσγειώνεσαι, ακούς
την ξενική σου προφορά ν’ αντηχεί κατεβαίνοντας τα σκαλιά. Σκέφτεσαι
σε μια γλώσσα δική σου και μιλάς στη δική τους.
Έπειτα γράφεις στην πατρίδα. Η φωνή μέσα στο κεφάλι σου
υπαγορεύει το γράμμα σε μια τοπική διάλεκτο – πίσω απ’ αυτή
είναι ο ήχος των τραγουδιών της μητέρας σου,
τόσο καιρό πριν, και τώρα δεν ξέρεις
γιατί τα μάτια σου υγραίνονται και ποια είναι η λέξη για
αυτό.
Χρησιμοποιείς τις δημόσιες συγκοινωνίες. Κοιμάσαι. Δουλεύεις. Φαντάσου
ένα βράδυ
να βλέπεις ένα όνομα γραμμένο για σένα με κόκκινο σπρέι
πάνω σ’ έναν πέτρινο τοίχο. Ένα όνομα μίσους. Κόκκινο σαν το αίμα.
Χιονίζει στους δρόμους, κάτω απ’ τα φώτα νέον,
σαν να περνά αυτό το μέρος κομματιασμένο μπροστά απ’ τα μάτια σου.
Και στο ντελικατέσσεν, κάπου-κάπου, τα κέρματα
στην παλάμη σου απλά δεν μεταφράζονται. Άναρθρα,
γιατί αυτό δεν είναι το σπίτι σου, δείχνεις τα φρούτα. Φαντάσου
κάποιος σαν εσένα να λέει Εγκώ ντεν ξέρει τι ατοί άντρωποι εννοεί
ατοί σαν μόνο πάει κοιμηθεί και όνειρα δει. Φαντάσου το.
Carol Ann Duffy
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου