Να είχε έρθει τάχα στον κόσμο ο ήρωας της ιστορίας για να μαζεύει πάνω του όλες τις προσβολές; Αυτός ήταν ο προορισμός του στη ζωή; Όχι. Όχι ακριβώς. Τα τελευταία πέντε - έξη χρόνια τον είχε πιάσει μια σφοδρή μανία για τη γιάμπολη. Η γιάμπολη ήταν ένα κουρκούτι καμωμένο με κομμάτια γλυκόρριζας που τα έβραζαν μέσα σε γλυκό αραρούτι. Εκείνη την εποχή αυτό το κουρκούτι ήταν η καλύτερη λιχουδιά ακόμη και για το πλούσιο τραπέζι του άρχοντα του τόπου. Οι κατώτεροι αξιωματούχοι σαν το Γκόι μόνο μια φορά το χρόνο είχαν την ευκαιρία να τη δοκιμάσουν, όταν ήταν επίσημα προσκαλεσμένοι στο παλάτι του άρχοντα. Μα και τότε δεν κατάφερναν παρά να βρέξουν ίσα-ίσα τα χείλια τους. Έτσι ζούσε τόσο καιρό με τον κρυφό πόθο να φάει, να χορτάσει κάποτε με γιάμπολη. Αυτή την επιθυμία του βέβαια δεν την είχε εμπιστευτεί ποτέ σε κανένα. Κι ο ίδιος ακόμη ίσως δεν καταλάβαινε καλά - καλά πως αυτό είχε γίνει ο σκοπός της ζωής του. Κι όμως χωρίς να υπερβάλει κανείς θα μπορούσε να πει πως αυτή ήταν η αλήθεια. Είναι φορές που ο άνθρωπος αφιερώνεται σε μια ιδέα, σ' ένα σκοπό, άσχετο αν δεν πιστεύει πως θα εκπληρωθεί ποτέ. Όσοι κάτι τέτοια τα θεωρούν κουταμάρες, δεν έχουν μπει στο νόημα της ζωής. Είναι μόνο θεατές της.
Ryūnosuke Akutagawa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου