Ὄχι! Θέλω μόνο τήν ἐλευθερία!
Ἀγάπη, δόξα, χρῆμα εἶναι φυλακές.
Ὡραῖα σαλόνια; Ταπετσαρισμένες πολυθρόνες; Μαλακά χαλιά;
Ἄ, ἀφῆστε μέ νά βγῶ νά πάω νά μέ βρῶ.
Θέλω ν’ ἀναπνεύσω τόν ἀέρα μόνος,
δέν ἔχω σφυγμό ὅταν εἶμαι μέ κόσμο,
δέν συναναστρέφομαι μέ κανονισμούς
δέν εἶμαι παρά μονάχα ἐγώ, δέν γεννήθηκα παρά αὐτός πού εἶμαι, εἶμαι γεμάτος ἀπό μένα.
Ποῦ θέλω νά κοιμηθῶ; Στόν κῆπο…
Πουθενά τοῖχος –ἡ ἀπόλυτη σύμπνοια–
ἐγώ καί τό σύμπαν,
καί τί ἡσυχία, τί γαλήνη νά μή βλέπεις πρίν κοιμηθεῖς τό φάντασμα τῆς ντουλάπας
ἀλλά τό μέγα φέγγος, μαῦρο καί δροσερό, ὅλων τῶν ἄστρων μαζί,
τή μεγάλη ἀπέραντη ἄβυσσο ἐπάνω
νά στέλνει αὖρες καί εὐσπλαχνίες ἀπό ψηλά στό πρόσωπό μου, κρανίο πού τό σκεπάζει ἡ σάρκα,
ὅπου μόνο τά μάτια –ἄλλος οὐρανός– ἀποκαλύπτουν τό μεγάλο μυστηριῶδες ὄν.
Δέν θέλω! Δῶστε μου τήν ἐλευθερία!
Θέλω νά εἶμαι ὁ ἑαυτός μου.
Μή μέ εὐνουχίζετε μέ ἰδανικά!
Μή μου φορᾶτε τό ζουρλομανδύα τῶν τρόπων!
Μή μέ κάνετε ὑποδειγματικό καί κατανοητό!
Μή μέ σκοτώνετε ἐν ζωῆ!
Θέλω νά ξέρω νά πετάω αὐτή τήν μπάλα ψηλά στό φεγγάρι
καί νά τήν ἀκούσω νά πέφτει στό διπλανό κῆπο!
Θέλω νά ξαπλώσω στό γρασίδι, καί νά σκέφτομαι «αὔριο θά πάω νά τήν πιάσω»…
Αὔριο θά πάω νά τήν πιάσω στό διπλανό κῆπο…
Αὔριο θά πάω νά τήν πιάσω στό διπλανό κῆπο…
Αὔριο θά πάω νά τήν πιάσω στό διπλανό…
νά τήν πιάσω στό διπλανό
στό διπλανό
κῆπο…
Fernando Pessoa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου