Ι
Σ’ αγκαλιές τα σώματα ζητούν,
να ξεκουραστούν μαθημένα,
η θλίψη κι η ασκήμια να τυραννούν.
Ανάπαυση μέτρια,
περίσκεπτη εμπιστοσύνη,
μετρημένη παράδοση του σώματος,
σχεδόν υπόκριση ερωτική
ατελής ομιλία, η απαγορευμένη.
Στρέφονται από δω κι από κει
τυράννια και συστροφή, τα σώματα,
συμπλοκή άχαρη, καμιά παρηγορία.
Τα σώματα μένουν φτωχά,
άκαμπτα και κουρασμένα.
Τα παιδεύει της ηδονής εκμηδένιση.
ΙΙ
Σκέφτομαι τις πόρνες με τα σώματα πεθαμένα,
–απ’ την κούραση κιόλας απ’ την ανάγκη–
που πρέπει ακόμα να ζήσουν.
Σκέφτομαι τις πόρνες, που φιλούν τα στόματα,
όταν, από καιρό, έχουν πεθάνει τα δικά των σώματα,
φιλούν τα χαλασμένα στόματα, σπασμένα, γεροντικά,
χαλαρά, σιχαμερά, που δεν έχουν
ομιλία καμιά, ήχον φωνής να ταιριάζει,
την φοβερήν ώρα, όταν πλαγιάζει
το ένα σώμα στ’ άλλο κοντά.
Από τη συλλογή Της μοναξιάς και της έπαρσης (1951)
Ζωή Καρέλλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου