Τον άγγελο που ντύθηκες με νύχτα
τον είδα να φυλάει μια σκεπή.
Στα πόδια φώτα και στα χέρια νύχτα,
σημάδευε τα λόγια στη σιωπή,
πουλί μαλαματένιο μες στα δίχτυα.
Της θάλασσας παλεύουν τα παγώνια,
τον ύπνο φαρμακώνουν του ψαρά.
Μετάξι φέρνουν απ’ την Καρχηδόνα
και της παράδεισός μου τα νερά
βουλιάξανε κι ετούτο τον αιώνα.
Ποιος είναι ο φονιάς και ποιος δικάζει,
ποιος λιγοστεύει τ’ άνθος απ’ τη γη;
Ποιος ρήμαξε στου κόσμου το μαράζι
και στα βαθιά τον πήρε η ζωή
να μάθει καθαρά να λογαριάζει;
Στα χέρια σου κεντήσανε καράβι
για να ξεχνάς του πόντου τ’ ανοιχτά.
Σε σκοτεινό σε ρίξανε πηγάδι
μ’ Απρίλη μήνα και με θανατά
να βρεις την πληρωμή μες στο σκοτάδι.
Μάνος Ελευθερίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου