Πάει καιρός που ακούστηκεν η τελευταία βροχή
πάνω από τα μυρμήγκια και τις σαύρες.
Τώρα ο ουρανός καίει απέραντος,
τα φρούτα βάφουνε το στόμα τους,
της γης οι πόροι ανοίγουνται σιγά-σιγά
και πλάι απ' το νερό που στάζει συλλαβίζοντας
ένα πελώριο φυτό κοιτάει κατάματα τον ήλιο!
Ποιος είναι αυτός που κείτεται στις πάνω αμμουδιές
ανάσκελα φουμέρνοντας ασημοκαπνισμένα ελιόφυλλα;
Τα τζιτζίκια ζεσταίνονται στ' αυτιά του.
Τα μυρμήγκια δουλεύουνε στο στήθος του.
Σαύρες γλιστρούν στη χλόη της μασχάλης
κι από τα φύκια των ποδιών του αλαφροπερνά ένα κύμα
σταλμένο απ' τη μικρή σειρήνα που τραγούδησε.
Ω σώμα του καλοκαιριού γυμνό καμένο
φαγωμένο από το λάδι κι από το αλάτι.
Σώμα του βράχου και ρίγος της καρδιάς,
μεγάλο ανέμισμα της κόμης λυγαριάς.
'Αχνα βασιλικού πάνω από το σγουρό εφηβαίο
γεμάτο αστράκια και πευκοβελόνες,
σώμα βαθύ πλεούμενο της μέρας !
'Ερχονται σιγανές βροχές ραγδαία χαλάζια.
Περνάν δαρμένες οι στεριές στα νύχια του χιονιά
που μελανιάζει στα βαθιά μ' αγριεμένα κύματα.
Βουτάνε οι λόφοι στα πηχτά μαστάρια των νεφών.
Όμως και πίσω απ' όλα αυτά χαμογελάς ανέγνοια
και ξαναβρίσκεις την αθάνατη ώρα σου
όπως στις αμμουδιές σε ξαναβρίσκει ο ήλιος,
όπως μεσ' στη γυμνή σου υγεία ο ουρανός.
Οδυσσέας Ελύτης
πάνω από τα μυρμήγκια και τις σαύρες.
Τώρα ο ουρανός καίει απέραντος,
τα φρούτα βάφουνε το στόμα τους,
της γης οι πόροι ανοίγουνται σιγά-σιγά
και πλάι απ' το νερό που στάζει συλλαβίζοντας
ένα πελώριο φυτό κοιτάει κατάματα τον ήλιο!
Ποιος είναι αυτός που κείτεται στις πάνω αμμουδιές
ανάσκελα φουμέρνοντας ασημοκαπνισμένα ελιόφυλλα;
Τα τζιτζίκια ζεσταίνονται στ' αυτιά του.
Τα μυρμήγκια δουλεύουνε στο στήθος του.
Σαύρες γλιστρούν στη χλόη της μασχάλης
κι από τα φύκια των ποδιών του αλαφροπερνά ένα κύμα
σταλμένο απ' τη μικρή σειρήνα που τραγούδησε.
Ω σώμα του καλοκαιριού γυμνό καμένο
φαγωμένο από το λάδι κι από το αλάτι.
Σώμα του βράχου και ρίγος της καρδιάς,
μεγάλο ανέμισμα της κόμης λυγαριάς.
'Αχνα βασιλικού πάνω από το σγουρό εφηβαίο
γεμάτο αστράκια και πευκοβελόνες,
σώμα βαθύ πλεούμενο της μέρας !
'Ερχονται σιγανές βροχές ραγδαία χαλάζια.
Περνάν δαρμένες οι στεριές στα νύχια του χιονιά
που μελανιάζει στα βαθιά μ' αγριεμένα κύματα.
Βουτάνε οι λόφοι στα πηχτά μαστάρια των νεφών.
Όμως και πίσω απ' όλα αυτά χαμογελάς ανέγνοια
και ξαναβρίσκεις την αθάνατη ώρα σου
όπως στις αμμουδιές σε ξαναβρίσκει ο ήλιος,
όπως μεσ' στη γυμνή σου υγεία ο ουρανός.
Οδυσσέας Ελύτης
γαμώτο και ήρθα τρέχοντας να σου γράψω πόσο ωραία τα περιγράφεις, το είδα στην ενημέρωση και έπαθα πλάκα...και τελικά είδα ότι είναι Ελύτης...μάλιστα...πολύ ωραία τα λόγια του Ελύτη!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή