Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2017

Η διαθήκη μου

Αντισταθείτε
σ' αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει: καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε σ' αυτόν που γύρισε πάλι στο σπίτι
και λέει: Δόξα σοι ο Θεός .
Αντισταθείτε
στον περσικό τάπητα των πoλυκατοικιών
στον κοντό άνθρωπο του γραφείου
στην εταιρεία εισαγωγαί- εξαγωγαί
στην κρατική εκπαίδευση
στο φόρο
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ

Αντισταθείτε
σ' αυτόν που χαιρετάει απ' την εξέδρα ώρες
ατέλειωτες τις παρελάσεις
σ' αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει
έντυπα αγίων λίβανον και σμύρναν
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε πάλι σ' όλους αυτούς που λέγονται
μεγάλοι
στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε
στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες
σ' όλα τ' ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε
πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι
σ' όλους που γράφουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα
στις κολακείες τις ευχές τις τόσες υποκλίσεις
από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό
αρχηγό τους.

Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών
και διαβατηρίων
στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη
διπλωματία
στα εργοστάσια πολεμικών υλών
σ' αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια
στα θούρια
στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους
στους θεατές
στον άνεμο
σ' όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς
στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ
αντισταθείτε.
Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την
Ελευθερία.

Μιχάλης Κατσαρός

Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2017

SPUTNIK 2017


Θέλω να ξεκινήσω με ένα χασμουρητό

Ας πούμε: ο σκύλος είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο προβλέψιμο
από το λιντσάρισμα μιας κοινής αλήθειας.
Εξίσου προβλέψιμη είναι και η εξέλιξη του πολιτισμού.
Σαν να επινικελώνουμε διαρκώς το ίδιο χασάπικο.

 Όπως καταλαβαίνετε, δεν μου καίγεται καρφί για τα διαστημόπλοια.
Ό, τι δεν γδέρνεται κάτω από απ'τα νύχια σου
έχει κάτι το απάνθρωπο.
Α, η αληθινή εξερεύνηση
ξεκινά
από το πιο μαλακό σου σημείο
Τρώει πολλή τρυφερότητα.

Σιγά σιγά
Βρίσκω μέσα μου τις λέξεις
για να επιζήσω κουβεντιαστά
Αυτό δεν είναι σχέδιο πτήσης
είναι το δικό μου
επείγον πολίτευμα.

Ζούμε σε μία εποχή απόλυτης αναρχίας στην απάντηση
και στυγνής δικτατορίας στην ερώρηση.
Χρειαζόμαστε
μια μέση κατάσταση.

Ερώτηση: τι κάνει ένας σκύλος στο διάστημα
Απάντηση: διαγράφει μια ελλειπτική πορεία.
Ούτε η ηρωϊκή απελπισία της ευθείας, ούτε η λύτρωση του κύκλου.
Αυτό το ανάμεσα. Μια μπάσταρδη κίνηση.
Η πραγματική μητέρα του ιλίγγου.

Ίλιγγος
στην πιο βαρειά του μορφή
είναι όταν εσύ
και ο χρόνος
σκυλεύετε
την ίδια σκέψη
ταυτόχρονα.

Ένας ασκημένος αναγνώστης
θα μυρίσει στην παραπάνω φράση διάσπαρτο θάνατο.

Η έκθεση θανάτου της Λάικας* αναφέρει ότι ο θάνατος προήλθε από
ταχυκαρδία λόγω υπερθέμανσης. Αυτό είναι πέρα ως πέρα ψευδές.
Κανείς δεν πεθαίνει από ταχυκαρδία. Δεν υπάρχει λέξη ταχυκαρδία.
Υπάρχει μόνο χτυποκάρδι.

Προβληματίζομαι μέρες ανάμεσα σε χτυποκάρδι και καρδιοχτύπι.
Κατέληξα στο εξής συμπέρασμα: χτυποκάρδι γράφουμε εδώ στη γη.
Καρδιοχτύπι γράφουμε στο διάστημα.
Λόγω έλλειψης βαρύτητας.

Ό, τι ξεκινά με χασμουρητό τελειώνει με γάβγισμα

Τι κάνει ένας σκύλος στο διάστημα;
- Γαβγίζει τ'αστέρια.

Κάτι που δεν αναλύεται προς κάτι που δεν αναλύεται.
Η τέλεια απόκριση. Ανάμεσα σε δύο μοναξιές. Με δίχως αντίλαλο.

Τι άλλο να ζητήσει κανείς

Γιάννης Στίγκας

Ερωτευμένο άρα ιπτάμενο


Περνώ βουνοκορφές ξυστά
γκρεμούς που γίναν οικειότητα
λάθη παλιά που τσούξανε
και δε σκαμπάζει πια
καμία χελιδόνα ο ύπνος μου
Ξυπνώ βαρύς κι αποσυνάγωγος
οι άνεμοι με παίρνουν στο ψιλό
πως ξέρουν και οι δεκάξι το κορμάκι σου;
Δεν είσαι μία Ελένη εσύ
είσαι πολλές Ελένες συναπτές
δεν ξέρεις τι σημαίνει αυτό
θα' πρεπε να'χω
τύχη πολλή
πενήντα τόσα μάτια
χέρια μονίμως ξάγρυπνα
θά'πρεπε να 'χω κάνει
χρόνια θητεία σε αερόστατο
ραμμένο από - ποιος ξέρει πόσα -
άδεια πουκάμισα

Γιάννης Στίγκας

Δευτέρα 6 Νοεμβρίου 2017

Ρομάντσα της σελήνης


Στην Κοντσίτα Γκαρθία Λόρκα

Ήρθε η σελήνη στο αργαστήρι
με μισοφόρι από νάρδους.
Το παιδί την κοιτάει, την κοιτάει.
Το παιδί τη βλέπει ολοένα.
Στ’ αγέρι το ταραγμένο
απλώνει η σελήνη τα μπράτσα,
κι αγνή και φιλήδονη, δείχνει
τα σκληρά της τα στήθη από τσίγκο.
Φύγε, σελήνη, σελήνη.
Αν ερχόταν οι Τσιγγάνοι
θάφταχναν με την καρδιά σου
χαλκάδες κι άσπρα γιορντάνια.
Παιδί μου, άφησέ με να χορέψω.
Όταν έρθουν οι Τσιγγάνοι
τα σ’ εύρουν πάνω στ’ αμόνι
με τα ματάκια κλεισμένα.
Φύγε, σελήνη, σελήνη,
γιατί ακούω τ’ άλογά τους.
Άφησέ με, παιδί, μην πατάς
την κολλαριστή ασπράδα μου.

Ζύγωνε πια ο καβαλάρης
χτυπώντας το ταμπούρλο του κόσμου.
Μες στο αργαστήρι τ’ αγόρι
έχει τα μάτια κλεισμένα.

Έρχονταν απ’ το λιοστάσι,
μπρούντζος κι όνειρο, οι Τσιγγάνοι.
Με τα κεφάλια υψωμένα
και μισοκλεισμένα μάτια.

Πώς τραγουδά η κουκουβάγια,
αχ, πάνω στο δέντρο πώς σκούζει!
Στα ουράνια πάει η σελήνη
μ’ ένα αγόρι από το χέρι.

Μες στο αργαστήρι θρηνούνε
μ’ άγριες κραυγές οι Τσιγγάνοι.
Ο αγέρας φυλάει βάρδια,
ο αγέρας φυλάει ολοένα.

(Μετάφραση: Κ. Πολίτης)
Federico Garcia Lorca

Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2017