Είμαστε το ποτάμι που μνημονεύεις, Ηράκλειτε.
Είμαστε ο χρόνος. Η άπιαστη ροή του
μεταφέρει λέοντες και όρη,
χαμένες αγάπες και στάχτες ηδονής,
αστείρευτες πλανεύτρες ελπίδες,
αναρίθμητα ονόματα αυτοκρατοριών
που τώρα δεν είναι παρά σκόνη,
εξάμετρα, ρωμαϊκά κι ελληνικά,
μια θάλασσα, ερεβώδη υπό το κράτος της αυγής,
τα όνειρα, πρόγευση του θανάτου,
τα άρματα και τον πολεμιστή, μνημεία,
τα δυο πρόσωπα του Ιανού, άγνωστα μεταξύ τους,
τους φιλντισένιους λαβυρίνθους που
χαράζουν τα πιόνα πάνω στην σκακιέρα,
το κόκκινο χέρι του Μάκβεθ, ικανό
να αιματοποτίσει τις θάλασσες, τη μυστική
εργασία των ρολογιών μέσα στις σκιές,
έναν ατέρμονα καθρέφτη που αντικρίζεται
σε άλλον καθρέφτη και κανείς δεν υπάρχει να τους δει,
ατσαλένια ελάσματα και γοτθική γραφή,
μια ράβδο από θειάφι κλεισμένη σε ντουλάπι,
βαρύθυμα καμπανίσματα της αϋπνίας,
χαραυγές, δύσεις και δειλινά,
αντίλαλους, φυρονεριά, άμμο, λειχήνες, όνειρα.
Δεν είμαι άλλο παρά τούτες οι εικόνες
που η τύχη μοιράζει και η πλήξη ονοματίζει.
Μ’ αυτές, παρότι τυφλός κι αδύναμος,
οφείλω να δουλέψω τον άφθαρτο στίχο
και (είναι χρέος μου) μαζί τους να σωθώ.
Jorge Luis Borges
Είμαστε ο χρόνος. Η άπιαστη ροή του
μεταφέρει λέοντες και όρη,
χαμένες αγάπες και στάχτες ηδονής,
αστείρευτες πλανεύτρες ελπίδες,
αναρίθμητα ονόματα αυτοκρατοριών
που τώρα δεν είναι παρά σκόνη,
εξάμετρα, ρωμαϊκά κι ελληνικά,
μια θάλασσα, ερεβώδη υπό το κράτος της αυγής,
τα όνειρα, πρόγευση του θανάτου,
τα άρματα και τον πολεμιστή, μνημεία,
τα δυο πρόσωπα του Ιανού, άγνωστα μεταξύ τους,
τους φιλντισένιους λαβυρίνθους που
χαράζουν τα πιόνα πάνω στην σκακιέρα,
το κόκκινο χέρι του Μάκβεθ, ικανό
να αιματοποτίσει τις θάλασσες, τη μυστική
εργασία των ρολογιών μέσα στις σκιές,
έναν ατέρμονα καθρέφτη που αντικρίζεται
σε άλλον καθρέφτη και κανείς δεν υπάρχει να τους δει,
ατσαλένια ελάσματα και γοτθική γραφή,
μια ράβδο από θειάφι κλεισμένη σε ντουλάπι,
βαρύθυμα καμπανίσματα της αϋπνίας,
χαραυγές, δύσεις και δειλινά,
αντίλαλους, φυρονεριά, άμμο, λειχήνες, όνειρα.
Δεν είμαι άλλο παρά τούτες οι εικόνες
που η τύχη μοιράζει και η πλήξη ονοματίζει.
Μ’ αυτές, παρότι τυφλός κι αδύναμος,
οφείλω να δουλέψω τον άφθαρτο στίχο
και (είναι χρέος μου) μαζί τους να σωθώ.
Jorge Luis Borges