Κι όταν σμίξαν τα κορμιά τους
Ένοιωσε πως είν’ δική του
Μες στην ηδονή του σκότους
Ήταν μόνη πια μαζί του
Και της φίλησε την κόμη
Τι δεν ήταν καμιά πόρνη
Ούτε βιάζονταν να φτάσει
Αχ γλυκά την ψηλαφίζει
Κι η καρδιά της πάει να σπάσει
Το κουράγιο του μη χάσει
Προσευχή μικρή ψελλίζει
Και της φίλησε την κόμη
Τι δεν ήταν καμιά πόρνη
Και δε γνώριζε τη στάση
Για να μην την διακορεύσει
Πήγε κάποτε σε σπίτι
Εκεί γνώρισε την γεύση
Και της ηδονής τη κύτη
Το κορμί της ύδωρ λήθης
Ε, δεν ήταν κι ερημίτης
Κι όρκο πήρε πια ν’ αλλάξει
Αχ τη φλόγα για να σβήσει
Που της άναψε πανώρια
Βρήκε έναν άνδρα κυπαρίσσι
Πρόθυμο και δίχως όρια
Που την ξάπλωσε στην σκάλα
Και την έκανε τραμπάλα
Ως της σφίγγει τον αυχένα
Ε, δεν είναι και παρθένα
Της ανέβηκε η κάψη
Και την σκέψη του βλογάει
Να μην προχωρήσει ακόμη
Κείνη τη βραδιά του Μάη
Που της φίλησε την κόμη
Ψεύτης εκείνος αυτή πόρνη
Λέν όλο ντροπή και τύψη
Η βρωμιά πότε θα λείψει;
Bertolt Brecht
Ένοιωσε πως είν’ δική του
Μες στην ηδονή του σκότους
Ήταν μόνη πια μαζί του
Και της φίλησε την κόμη
Τι δεν ήταν καμιά πόρνη
Ούτε βιάζονταν να φτάσει
Αχ γλυκά την ψηλαφίζει
Κι η καρδιά της πάει να σπάσει
Το κουράγιο του μη χάσει
Προσευχή μικρή ψελλίζει
Και της φίλησε την κόμη
Τι δεν ήταν καμιά πόρνη
Και δε γνώριζε τη στάση
Για να μην την διακορεύσει
Πήγε κάποτε σε σπίτι
Εκεί γνώρισε την γεύση
Και της ηδονής τη κύτη
Το κορμί της ύδωρ λήθης
Ε, δεν ήταν κι ερημίτης
Κι όρκο πήρε πια ν’ αλλάξει
Αχ τη φλόγα για να σβήσει
Που της άναψε πανώρια
Βρήκε έναν άνδρα κυπαρίσσι
Πρόθυμο και δίχως όρια
Που την ξάπλωσε στην σκάλα
Και την έκανε τραμπάλα
Ως της σφίγγει τον αυχένα
Ε, δεν είναι και παρθένα
Της ανέβηκε η κάψη
Και την σκέψη του βλογάει
Να μην προχωρήσει ακόμη
Κείνη τη βραδιά του Μάη
Που της φίλησε την κόμη
Ψεύτης εκείνος αυτή πόρνη
Λέν όλο ντροπή και τύψη
Η βρωμιά πότε θα λείψει;
Bertolt Brecht
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου