Κυριακή 27 Αυγούστου 2023

Το μανιφέστο του Bauhaus

 «Ο τελικός σκοπός κάθε καλλιτεχνικής δραστηριότητας είναι το κτίριο. Nα το διακοσμούν, ήταν κάποτε το 

ευγενέστερο καθήκον των εικαστικών τεχνών, οι οποίες ήταν αναπόσπαστα συστατικά της μεγάλης 

αρχιτεκτονικής. Σήμερα βρίσκονται σε στάση μοναχικής αυτάρκειας, από την οποία μπορούν πάλι να 

ξεφύγουν με την συνειδητή συνεργασία και αλληλεπίδραση όλων των εργατών της τέχνης. Αρχιτέκτονες, 

ζωγράφοι και γλύπτες πρέπει να γνωρίσουν και να κατανοήσουν εκ νέου την πολύπτυχη μορφή του 

κτίσματος στην ολότητα και τα μέρη του και τότε θα ξαναγεμίσουν από μόνα τα έργα τους με το 

αρχιτεκτονικό πνεύμα, το οποίο έχασαν με τη τέχνη του Salon. Οι παλιές Σχολές Καλών Τεχνών δεν ήταν 

σε θέση να επιτύχουν αυτήν την ενότητα, και πώς θα μπορούσαν άλλωστε, αφού η τέχνη δεν διδάσκεται. 

Οι Σχολές Τέχνης πρέπει να ξαναγίνουν εργαστήρια. Αρχιτέκτονες, ζωγράφοι, γλύπτες, όλοι μας πρέπει να 

ξαναγίνουμε τεχνίτες. Διότι δεν υπάρχει κανένα «επάγγελμα τέχνη». Δεν υπάρχει καμιά ουσιαστική διαφορά 

ανάμεσα στον καλλιτέχνη και τον τεχνίτη. Ο καλλιτέχνης είναι μια εξιδανίκευση του τεχνίτη. Η ευλογία του 

ουρανού εμφανίζεται σε σπάνιες εμπνευσμένες στιγμές, οι οποίες βρίσκονται πέραν της βουλήσεώς του 

καλλιτέχνη, η τέχνη ανθίζει ασυνείδητα από τη δουλειά των χεριών του, η τεχνική βάση είναι όμως 

απαραίτητη για κάθε καλλιτέχνη. Εκεί βρίσκεται η πρωταρχική πηγή του δημιουργικού πνεύματος. Ας 

δημιουργήσουμε λοιπόν μια νέα συντεχνία από τεχνίτες χωρίς την ταξική διάκριση που προκαλεί η 

αλαζονεία, η οποία θέλει να υψώνει έναν υπεροπτικό τοίχο ανάμεσα σε τεχνίτες και καλλιτέχνες! Ας 

θελήσουμε, ας σκεφτούμε, ας δημιουργήσουμε από κοινού το νέο κτίριο του μέλλοντος, το οποίο θα τα 

περιέχει όλα, και την αρχιτεκτονική και την γλυπτική και την ζωγραφική, με μια ενιαία μορφή που θα υψωθεί 

κάποτε από εκατομμύρια χέρια τεχνιτών στον ουρανό σαν το κρυστάλλινο σύμβολο ενός νέου μέλλοντος.»


1919

Walter Gropis

Το θέλεις πιο σκοτεινό


Αν είσαι ο ντίλερ, είμαι εκτός παιχνιδιού.

Αν είσαι ο θεραπευτής, σημαίνει ότι είμαι χαλασμένος και κουτσός.

Αν η δική σου είναι η δόξα, τότε η δική μου πρέπει να είναι η ντροπή.

Το θέλεις πιο σκοτεινό.

Σβήνουμε τη φλόγα.

Μεγεθυμένη, αγιασμένη

Γίνε το ιερό όνομα.

Συκοφαντημένο, σταυρωμένο

Στο ανθρώπινο σώμα

Ένα εκατομμύριο κεριά που καίνε

Για τη βοήθεια που δεν ήρθε ποτέ

Το θέλεις πιο σκοτεινό

Hineni, hineni

Είμαι έτοιμος, Κύριέ μου.

Υπάρχει ένας εραστής στην ιστορία

Αλλά η ιστορία είναι ακόμα η ίδια

Υπάρχει ένα νανούρισμα για τον πόνο

Και ένα παράδοξο για να κατηγορείς

Αλλά είναι γραμμένο στις γραφές

Και δεν είναι κάποια απαίτηση ειδώλου

Το θέλεις πιο σκοτεινό

Σβήνουμε τη φλόγα

Στήνονται στην ουρά για τους φυλακισμένους

Και οι φρουροί σημαδεύουν

Παλεύω με κάποιους δαίμονες

Ήταν μεσοαστοί και ήμεροι

Δεν ήξερα ότι είχα την άδεια

Να δολοφονώ και να ακρωτηριάζω

Το θέλεις πιο σκοτεινό

Hineni, hineni

Είμαι έτοιμος, Κύριέ μου.

Μεγαλωμένος, αγιασμένος

Να είναι το άγιο όνομα

Κακοποιημένο, σταυρωμένο

Στο ανθρώπινο σώμα

Ένα εκατομμύριο κεριά που καίνε

Για την αγάπη που δεν ήρθε ποτέ

Τη θέλεις πιο σκοτεινή

Σβήνουμε τη φλόγα

Αν είσαι ο ντίλερ, άσε με να βγω από το παιχνίδι

Αν είσαι ο θεραπευτής, είμαι σπασμένος και κουτσός

Αν η δική σου είναι η δόξα, η δική μου πρέπει να είναι η ντροπή

Το θέλεις πιο σκοτεινό

Hineni, hineni

Hineni, hineni

Είμαι έτοιμος, Κύριε μου


Leonard Cohen

Τετάρτη 23 Αυγούστου 2023

Αλλάζει πρόσωπα η θλίψη


Αλλάζει πρόσωπα η θλίψη

Ένα κορίτσι με κοιτάει

Χορεύει κι ύστερα πετάει

Πάνω απ' τα μπαρ και τα ηχεία


Δεν έχει τίποτα να κρύψει

Καμιά φορά αντί να κλαίει

Χορεύει κι είναι σαν να λέει

Σπάστε την πόρτα αν δεν ανοίξει


Αλλάζει πρόσωπα η θλίψη

Μαζεύει πίσω τα μαλλιά της

Θυμίζει μια μικρή κυρία

Που όλο ξεχνάω τ' όνομα της


Ποιος θα τα βάλει με τη θλίψη

Όσο αντιστέκεσαι νικάει

Σ' όποιον τη ρίχνει από το θρόνο

Εσένα λέει θέλω μόνο


Όταν τελειώνει η συναυλία

Κάτι παιδιά έρχονται κοντά μου

Στα σκονισμένα της αρχεία

Λένε πως είδαν τ' όνομά μου


Κι εγώ αρχίζω να γελάω

Αλλάζει πρόσωπα η θλίψη

Ρωτάνε αν την αγαπάω

Έστω για λίγο θα μου λείψει


Παύλος Παυλίδης

Λόγια Λόγια (μια στατιστική)

 Κομμάτια

σηκώθηκες πάλι αργά,

πρησμένα μάτια, κίτρινα δάχτυλα, ξέχειλα τασάκια

και τέρμα ο καπνός και τα χαρτάκια

ζεσταίνεις χτεσινό καφέ

κουμπώνεις δυο χάπια

και βγαίνεις έξω για τσιγάρα και φαΐ.

Με τα πόδια,

πόδια και μυαλό που σε πάνε χώρια

και λόγια που σε κόβουνε στα δυο και λόγια

λόγια που σε καίνε σαν χολή

και δεν τα θυμάσαι το πρωί

και δεν τα θυμάσαι.

Δεν έχεις στόματα να θρέψεις κι άγχος για τα φράγκα

ούτε φοβάσαι έτσι μη μοιάσεις και στο γέρο σου

Είσαι μόνος σου και στα αρχ... σου και ελεύθερος και πολιορκημένος

Περπατημένος

Στα πεζοδρόμια από τα 14,

ρομαντικά ξεγεννημένος.

Χαμένος

Αυθεντικό της απώλειας παιδί

σκλάβος της αντίδρασης, καλό παιδί

μαγκάκος και σου κόβει, κι είσαι ωραίο παιδί,

για άλλους απρόβλεπτος, μα πάνω κάτω εντάξει παιδί.

Πολλοί γνωστοί, μόνο 2 φίλοι που είναι τώρα νεκροί,

ξεπαρθενεύτηκες στα γρήγορα από αγάπη πικρή.

Γύρω στα 20

Σε λίγο κλείνω τα 22

γήπεδο και ΚΝΕ και αναρχία και σχολείο

από όλα πέρασες νωρίς και τα παράτησες νωρίς

Γιατί μπορούσα και χωρίς

Ναι, σίγουρα πάντα σε τράβαγε το δύσκολο

και σε έσπρωχνε μπροστά το απίστευτο.

Δεν είσαι δαίμονας στη γη, στην κόλαση είσ' αγγελούδι

κι αν δε γυρίσεις σελίδα θα τελειώσει το τραγούδι.

Μια ζωή τσαλακωμένη

Λόγια, λόγια

Μια σελίδα πεταμένη

Σε μια γωνιά

Όνειρα κακογραμμένα

Λόγια, λόγια

Λόγια με αίμα χαραγμένα

Στο δέρμα

Ένας ήρωας προδότης

Λόγια, λόγια

Ένας άμαχος στρατιώτης

Ψέμα, ψέμα

Παιχνίδια απαγορευμένα

Λόγια, λόγια

Λόγια καταχωνιασμένα

Σε μια γωνιά

Λόγια απαγορευμένα

Λόγια, λόγια

Λόγια καταχωνιασμένα

Λόγια, λόγια

Λόγια απαγορευμένα

Λόγια, λόγια

Λόγια καταχωνιασμένα

Λόγια, λόγια

Δεν είμαι καν μια στατιστική

και παραείμαι συνηθισμένος για ταινία χολιγουντιανή

εγώ είμαι εδώ, κι εσύ είσαι 'κει

μια ρίμα μισή και παρακατιανή.

Τσιμέντο, σίδερα, οικοδομή, στη νύχτα κι όλα από λίγο

μου περισσεύει η αντοχή μα όλο λέω πως θα φύγω

αγαπημένος μου στίχος:

"όλα είναι δρόμος"

για κοίτα φίλε μου όμως που πάντα ξεμένω

κι ο κόσμος μου ίδιος κι απαράλλαχτος παγώνει

κι ό, τι αγάπησα περισσότερο αυτό είναι που με πληγώνει

χωρίς ταυτότητα νιώθω κι ας την έχω στην τσέπη μου πάντα

γι' αυτό κάνω ό, τι κάνω όταν κανείς δε με βλέπει

τζάμπα είναι στην τελική

και μη νομίζεις ότι δεν ονειρεύομαι μια ζωή πιο κανονική

μα με ξυπνάει πάντα ο κρύος ιδρώτας στη τελευταία στιγμή

κι ένα άρωμα στον αέρα από ατόφια παρακμή


Νικήτας Κλιντ

Φώναξέ με

 Φώναξέ με, αγάπη, φώναξέ με…

στο νυχτωμένο σπίτι ν’ ακουστεί η φωνή σου

προτού μέσα στη νύχτα να χαθώ

στους λυπημένους κήπους ανατέλλεις.

Φώναξέ με αγάπη, φώναξέ με…


Κράτησέ με, αγάπη, κράτησέ με…

μη μ’ αφήνεις τόσες νύχτες μόνη

στα γέρικα πλατάνια και στις δάφνες

το βράδυ πια δεν αγρυπνά

Κράτησέ με, αγάπη, κράτησέ με…


Άκος Δασκαλόπουλος

Η σιωπηλή επανάσταση

(απόσπασμα)


Οι άνθρωποι είναι παράλογοι, αδικαιολόγητοι και εγωκεντρικοί.

Αγαπήστε τους έτσι κι αλλιώς.


Αν κάνετε το καλό, οι άνθρωποι θα σας κατηγορήσουν για εγωιστικές υστεροβουλίες.

Κάντε το καλό ούτως ή άλλως.


Αν είστε επιτυχημένοι, θα κερδίσετε ψεύτικους φίλους και αληθινούς εχθρούς.

Πετύχετε ούτως ή άλλως.


Το καλό που κάνετε σήμερα θα ξεχαστεί αύριο.

Κάντε το καλό ούτως ή άλλως.


Η ειλικρίνεια και η ευθύτητα σας κάνουν ευάλωτους.

Να είστε ειλικρινείς και τίμιοι ούτως ή άλλως.


Οι μεγαλύτεροι άνδρες και γυναίκες με τις μεγαλύτερες ιδέες μπορούν να καταρριφθούν από τους μικρότερους άνδρες και γυναίκες με το ελάχιστο μυαλό.

Σκεφτείτε μεγαλεπήβολα ούτως ή άλλως.


Οι άνθρωποι προτιμούν τους μειονεκτούντες, αλλά ακολουθούν μόνο τους κορυφαίους.

Αγωνιστείτε για μερικούς αδικημένους όπως και να έχει. 


Αυτό που χτίζετε χρόνια μπορεί να καταστραφεί μέσα σε μια νύχτα.

Χτίστε έτσι κι αλλιώς.


Οι άνθρωποι χρειάζονται πραγματικά βοήθεια αλλά μπορεί να σας επιτεθούν αν τους βοηθήσετε.

Βοηθήστε τους ανθρώπους ούτως ή άλλως.


Δώστε στον κόσμο ό,τι καλύτερο έχετε και θα φάτε κλωτσιές στα δόντια.

Δώστε στον κόσμο το καλύτερο που έχετε έτσι κι αλλιώς. 


Kent M. Keith

Άτιτλο


Κάποτε είχα ένα παιδί, δεν είχε σάρκα

ήταν του πρόσφυγα το δάκρυ στη βροχή 

ήταν το χάδι που δεν έδωσε η μάνα

και μιας βασίλισσας η ξέπνοη φυγή.


Κάποτε είχα ένα παιδί, δεν είχε φύλο

είχε οράματα, ελπίδες, προσμονή

είχε ασίγαστη φωνή, τρεχάτη πένα

δυο γερά πόδια και μια λεύτερη ψυχή.


Κάποτε είχα ένα παιδί, τώρα έναν πόνο 

που φεύγει κι έρχεται, σωπαίνει και λύσσα κοφτή ανάσα, θολά ματιά κι ένα τέρας 

που τραγανίζει της ζωής την ομορφιά.


Στις καρδιές μας θα ζεις πάντα και σήμερα γίνεσαι 38.


Η μαμά της Zackie

Άτιτλο


Κάποτε κάποιοι θα χορεύουν έναν τελευταίο χορό στη μέση μιας ατελείωτης ερήμου. Αν είναι τυχεροί δεν θα θυμούνται πόσο παραδεισένιος ήταν αυτός ο πλανήτης.


Μίνως Ευσταθιάδης

Κυριακή 20 Αυγούστου 2023

Ρωμαϊκή Νύχτα

 

 

Για που το έβαλες νυχτιάτικα στη Ρώμη,

σε δρόμους, όπου με τρόλεϊ και τραμ ο κόσμος

επιστρέφει; Βιαστικός, ανυπόμονος

λες και σε περιμένει εξοντωτική εργασία,

απ’ την οποία οι άλλοι τυχαίνει και γυρίζουν;

Είναι ακριβώς το απόδειπνο, όταν ο αέρας

μυρίζει ζεστή οικογενειακή απελπισία,

που ξεχειλίζει σε χίλιες κατσαρόλες, σε μεγάλους

ηλεκτροδοτημένους δρόμους, και σε άλλους

όπου πιο ευδιάκριτα λάμπουν τα αστέρια.

Στο μικροαστικό προάστιο, βασιλεύει η γαλήνη

που ικανοποιεί ενδόμυχα τον καθένα,

και τον παραδίδει στην ελεεινή ευτυχία

που εύχεται να τον καλύπτει όλες τις νύχτες

της ύπαρξής του. Αχ! αν είσαι διαφορετικός

-μέσα σε έναν επίσης ένοχο κόσμο-σημαίνει

πως δεν είσαι αθώος…Τράβα, κατέβα, γλίστρησε

στο σκοτεινό στρόβιλο που βγάζει Τραστέβερε:

Ιδού, ακίνητη και αναστατωμένη, λες και βγήκε

από τη λάσπη άλλων αιώνων-έτοιμη να παραδοθεί

σε όποιον μπορεί να απολαύσει άλλη μια μέρα,

που την ξέκλεψε από τον θάνατο και την οδύνη-

έχεις στα πόδια σου μπροστά όλη τη Ρώμη…

Κατεβαίνω από το Πόντε Γκαριμπάλντι,

χαϊδεύοντας με τα ακροδάχτυλα την κουπαστή

τη φθαρμένη επιφάνεια της πέτρας, σκληρή

μες τη ζεστή αποφορά που τρυφερά η νύχτα

αντανακλάει προς τα ψηλά πλατάνια. Διαφάνειες

μιας μισοσβησμένης σεκάνς, στην απέναντι όχθη,

γεμίζουν τον ξασπρουλιάρη ουρανό, μελανά

και τετράγωνα τα ρετιρέ των πολυκατοικιών.

Κοιτάζω, βαδίζοντας πάνω στο γυαλιστερό

σαν κόκαλο πλακόστρωτο, θα έλεγα οσφραίνομαι

πεζός και μεθυσμένος-διάτρητος από γερασμένα

αστέρια και μουσικά παράθυρα-

τη μεγάλη, οικεία συνοικία:

Το μαύρο, υγρό Καλοκαίρι την επιχρυσώνει,

με τις αναθυμιάσεις που φέρνει ο αέρας

από τους λόφους του Λάτσιο, καλύπτοντας

με χρυσόσκονη σιδηροτροχιές και προσόψεις.

Και πως ευωδιάζει, μέσα στην αποπνικτική

ζέστη που γίνεται χώρος κι αυτή, διάστημα,

αυτό το διάζωμα: από το Πόντε Σουμπλίσιο

ως το Τζανίκολο, η βρώμα ανακατεύεται με την έκσταση

της ζωής που δεν είναι ζωή. Μιαρά σημάδια

που άφησαν μεθύστακες των γεφυριών,

αρχαίες πουτάνες, ορδές ανυπότακτων νεολαίων:

Μιάσματα ανθρωπιάς, ανθρωπινώς μεταδιδόμενα,

παραμένουν εκεί να μαρτυρούν, βιαίως και σιωπηλώς,

αυτούς τους ανθρώπους τα χαμηλά τους κι αθώα

ένστικτα, τους μίζερους απώτερους σκοπούς τους.


Pier Paolo Pasolini

Η Frida Kahlo στη Marty McConnell


δεν αρκεί να φύγεις- πρέπει να

να μείνεις μακριά. εκπαίδευσε την καρδιά σου

σαν σκύλος. Άλλαξε τις κλειδαριές.

ακόμα και στο σπίτι που δεν έχει ποτέ

Είσαι τυχερό, τυχερό κορίτσι.

Έχεις ένα διαμέρισμα...

ακριβώς στο μέγεθός σου. Μια μπανιέρα.

γεμάτη τσάι. Μια καρδιά στο μέγεθος της

της Αριζόνα, αλλά όχι τόσο άνυδρη. 

Μην εύχεσαι να φύγεις...

το ραγισμένο παρελθόν σου, 

τα στραβά δάχτυλα των ποδιών σου,

τα προβλήματά σου

είναι μαριονέτες από χαρτί.

που έφτιαξες ή αγόρασε επειδή ο πωλητής

στην αγορά ήταν τόσο συναρπαστικός που απλά...

που έπρεπε να τις έχεις. Έπρεπε να τον έχεις.

Και το έκανες. Και τώρα κατεβάζεις

τη γέφυρα ανάμεσα στα σπίτια σας,

τον κάνεις να τηλεφωνήσει πριν...

να τον επισκεφτείς, παίρνεις έναν εραστή

για δεδομένο, παίρνεις

έναν εραστή που σε κοιτάζει

σαν να είσαι μαγική.

το πρώτο μπουκάλι που θα καταναλώσεις

σε αυτό το μέρος ένα κειμήλιο. Τοποθέτησέ το

σε όποιον βωμό κι αν φτιάξεις.

με ένα μαχαίρι και πέντε βατόμουρα.

Μην χάσεις πολύ βάρος.

τα ηλίθια κορίτσια πάντα προσπαθούν

...να εξαφανιστούν για εκδίκηση. Και εσύ...

δεν είσαι ηλίθια. Αγαπούσες έναν άντρα...

με περισσότερα χέρια από μια παρέλαση

από ζητιάνους, και τώρα στέκεσαι εδώ.

και η καρδιά σου σαν κρεβάτι με ουρανό. 

Η καρδιά σου σαν καμβάς.

Η καρδιά σου διαρρέει κάτι τόσο δυνατό...

που το μυρίζουν στο δρόμο.


Marty McConnell

Διάλεξη για τους εφιάλτες σε επτά νύχτες


Μπορούμε να βγάλουμε δύο συμπεράσματα, τουλάχιστον απόψε- αργότερα μπορούμε να αλλάξουμε γνώμη. Το πρώτο είναι ότι τα όνειρα είναι ένα αισθητικό έργο, ίσως η αρχαιότερη αισθητική έκφραση. Παίρνουν μια παράξενα δραματική μορφή. Εμείς είμαστε το θέατρο, οι θεατές, οι ηθοποιοί, η ιστορία. Το δεύτερο αναφέρεται στη φρίκη των εφιαλτών. Η ξύπνια ζωή μας βρίθει από τρομερές στιγμές: όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες η πραγματικότητα μας κατακλύζει. Ο εφιάλτης έχει μια ιδιαίτερη φρίκη, και αυτή η φρίκη μπορεί να εκφραστεί σε οποιαδήποτε ιστορία.

Λοιπόν, τι θα γινόταν αν οι εφιάλτες ήταν αυστηρά υπερφυσικοί; Αν οι εφιάλτες ήταν κραυγές από την κόλαση; Τι θα γινόταν αν οι εφιάλτες λάμβαναν κυριολεκτικά χώρα στην κόλαση; Γιατί όχι; Τα πάντα είναι τόσο παράξενα που ακόμη και αυτό είναι δυνατό.


Jorge Luis Borges

Η βαριά αρκούδα που προχωράει μαζί μου

Η βα­ριά αρ­κού­δα που προ­χω­ρά­ει μα­ζί μου,

Λε­κια­σμέ­νη στο πρό­σω­πο από μέ­λι,

Πα­τά­ει άχα­ρα κι αδέ­ξια εδώ και ΄κει,

Κι εί­ναι πα­ντού το κε­ντρι­κό μο­τί­βο,

Αυ­τή η πει­να­σμέ­νη, ητ­τη­μέ­νη, αγροί­κα αρ­κού­δα

Που ει­ν’ ερω­τευ­μέ­νη με ζα­χα­ρω­τά, με τον θυ­μό, τον ύπνο,

Ένα τρε­λό παι­δί για όλες τις δου­λειές που τα μπερ­δεύ­ει όλα

Σκαρ­φα­λώ­νει στο κτί­ριο, κλω­τσά­ει στο πο­δό­σφαι­ρο,

Τον αδελ­φό του εγκλω­βί­ζει στην φορ­τω­μέ­νη με το μί­σος πό­λη

Ανα­πνέ­ο­ντας δί­πλα μου, αυ­τό το ζώο το βα­ρύ,

Αυ­τή η βα­ριά αρ­κού­δα που στο πλάι μου κοι­μά­ται,

Ουρ­λιά­ζει στον ύπνο της για ένα κό­σμο ζά­χα­ρης,

Για μια γλυ­κύ­τη­τα εσω­τε­ρι­κή όμοια μ’ αγκα­λιά νε­ρού,

Ουρ­λιά­ζει στον ύπνο της για το σφι­χτό σκοι­νί

Που χα­λα­ρώ­νει και τα σκο­τά­δια από κά­τω χά­σκου­νε

– Πα­νι­κό­βλη­τος ο υπε­ρό­πτης που κορ­δώ­νε­ται,

Ντυ­μέ­νος το κου­στού­μι του με φου­σκω­μέ­νο τον κα­βά­λο,

Αγω­νιά να σκέ­φτε­ται πως το τρε­μου­λια­στό του κρέ­ας

Στο τέ­λος θα πρέ­πει να σκιρ­τή­σει σ’ ένα τί­πο­τα.

Αυ­τό το ζώο το ανα­πό­φευ­κτο μα­ζί μου προ­χω­ρά,

Ήδη μ’ ακο­λου­θεί από το έρε­βος της μή­τρας,

Κι­νεί­ται όπου κι­νού­μαι, δια­στρε­βλώ­νο­ντας τα νεύ­μα­τά μου,

Μια γε­λοιο­γρα­φία, μια πρη­σμέ­νη σκιά,

Του πνεύ­μα­τος ένας βλα­κώ­δης κλό­ουν,

Μπερ­δεύ­ει και προ­σβάλ­λει με την σκο­τει­νιά του,

Κρυ­φή ζωή κοι­λιάς κι οστού,

Θο­λά, πο­λύ κο­ντά, μες στα προ­σω­πι­κά μου, άγνω­στο,

Πα­λεύ­ει ν’ αγκα­λιά­σει την αγα­πη­μέ­νη μου

Που μα­ζί της θα περ­πά­τα­γα χω­ρίς αυ­τό από δί­πλα,

Χυ­δαία την αγ­γί­ζει, αν και μια μό­νο λέ­ξη

Θα γύ­μνω­νε την καρ­διά μου και θα με έκα­νε σα­φή,

Σκου­ντου­φλά­ει, σπαρ­τα­ρά και αγω­νί­ζε­ται να ταϊ­στεί

Με σέρ­νει μα­ζί του κα­θώς το στό­μα του ανοι­γο­κλεί­νει,

Εν μέ­σω εκα­το­ντά­δων χι­λιά­δων όμοιων μ’ αυ­τό,

Η οχλα­γω­γία της πεί­νας πα­ντού.


Delmore Schwartz

Delmore Schwartz

Delmore Schwartz

Παρασκευή 11 Αυγούστου 2023

Δεν επιστρέφεις


Να μην ερωτευτείς ποτέ γυναίκα που διαβάζει, γυναίκα που αισθάνεται υπερβολικά ή γράφει.


Να μην ερωτευτείς ποτέ γυναίκα πνευματώδη, πλανεύτρα, τρελή και παλαβή. Να μην ερωτευτείς ποτέ γυναίκα που σκέφτεται, που γνωρίζει αυτά που ξέρει κι επιπλέον μπορεί και να πετά · γυναίκα σίγουρη για τον εαυτό της.


Να μην ερωτευτείς ποτέ γυναίκα που γελά ή κλαίει στον έρωτα, που ξέρει να μετουσιώνει το κορμί σε πνεύμα · πόσω μάλλον μία που αγαπά την ποίηση ή που στέκεται να θαυμάσει για ώρες κάποιο πίνακα και που δεν ξέρει πώς να ζει δίχως τη μουσική.


Να μην ερωτευτείς ποτέ γυναίκα που ενδιαφέρεται για την πολιτική, που είναι επαναστάτρια και νιώθει φρίκη απέραντη μπροστά στην αδικία. Γυναίκα που σιχαίνεται την τηλεόραση. Και που είναι όμορφη δίχως να στέκεσαι στο πρόσωπο ή το κορμί της.


Να μην ερωτευτείς ποτέ γυναίκα παθιασμένη, παιχνιδιάρικη, διαυγή και βλάσφημη. Μην το ευχηθείς ποτέ να ερωτευτείς μία γυναίκα τέτοια.


Γιατί όταν ερωτεύεσαι γυναίκα όπως αυτή, ασχέτως αν μείνει μαζί σου, ή αν σε αγαπήσει κι εκείνη, από μια τέτοια γυναίκα, ποτέ δεν επιστρέφεις.


Martha Rivera Garrido

Τραγουδάω το σώμα ηλεκτρικά


Τραγουδάω το σώμα ηλεκτρικά,

Οι στρατιές αυτών που αγαπώ με περιβάλλουν και τους περιβάλλω,

Δεν θα με αφήσουν να φύγω μέχρι να πάω μαζί τους, να ανταποκριθώ σ' αυτούς,

Και να τους αποδιοργανώσω, και να τους αφήσω γεμάτους με το φορτίο της ψυχής. 


 Walt Whitman

Πέμπτη 10 Αυγούστου 2023

Άτιτλο

 Τα δάχτυλά σου φτιάχνουν μπουμπούκια

από το καθετί.

τα μαλλιά σου πάνω απ’ όλα οι ώρες αγαπάνε:

απαλότητα που

τραγουδά, λέγοντας

(μια μέρα κι αν διαρκεί ο έρωτας)

μη φοβάσαι, θα πιάσουμε τον Μάη.


τα λευκότατα πόδια σου κοφτά ξεστρατίζουν.

Διαρκώς

τα υγρά σου μάτια με τα φιλιά παίζουν,

που η μυστικοπάθειά τους πολλά

λέει∙ τραγουδώντας

(μια μέρα κι αν διαρκεί ο έρωτας)

για ποια κοπέλα λουλούδια φέρνεις;


Να είμαι τα χείλη σου είναι πράγμα γλυκό

και μικρό.

Θάνατε, Εσένα θ’ αποκαλέσω πλούσιο πέρα από κάθε προσδοκία

αυτό αν αρπάξεις

αλλιώς απόντα.

(μια μέρα κι αν διαρκεί ο έρωτας

και τίποτα αν η ζωή δεν σημαίνει, δεν θα πάψει να μοιράζει τα φιλιά του). 


[1922]


(ΠΟΙΗΜΑΤΑ * ΔΟΚΙΜΙΑ* ΘΡΑΥΣΜΑΤΑ», Εκδόσεις Νεφέλη 2004)

E.E. Cummings


Ροζ Φώτα


Mέσα στο σκάφανδρο φτιάχνω κόσμους

Γιατί δε θέλω να θυμηθώ

Μες στον κρατήρα κράτα μου το χέρι

Όταν φοβάμαι να κοιμηθώ

Και λίγο οξυγόνο

Αρκεί για να ακουστεί

Πως παίζει η μουσική

Σε άλλους πλανήτες

Κανένας δε θα υπάρχει

Τριγύρω για να δει

Που πέφτουνε βροχή

Οι μετεωρίτες

Και λίγο οξυγόνο

Αρκεί για να ακουστεί

Πως παίζει η μουσική

Τόσες σκιές μας αγκαλιάζουν

Όπως το κρύο που πέφτει εδώ

Μπορώ να δω το beat απ' την καρδιά σου

Κάτω απ'τα ρούχα δίνει παλμό

Και λίγο οξυγόνο

Αρκεί για να ακουστεί

Πως παίζει η μουσική

Ροζ φώτα μου δείχνουν την πόρτα

Ο ουρανός είναι γεμάτος μπισκότα

Το οξυγόνο τελειώνει τσάμπα ψυχοτρόπα

Σύνδεσε με στα μπάσα να πάρω ανάσα

Οι μέρες περνάνε οι λύκοι που να 'ναι;

Στις θάλασσες του Άρη τα σαλάχια πετάνε

Είναι φίλοι ή είναι απειλή;

Κόλλα το σκάφανδρο στο σκάφανδρο και δωσ' μου ένα φιλί

Και λίγο οξυγόνο

Αρκεί για να ακουστεί

Πως παίζει η μουσική

Σε άλλους πλανήτες

Κανένας δε θα υπάρχει

Τριγύρω για να δει

Που πέφτουνε βροχή

Οι μετεωρίτες

Και λίγο οξυγόνο

Αρκεί για να ακουστεί

Πως παίζει η μουσική


Pan Pan

Παρασκευή 4 Αυγούστου 2023

Κεδρόδασος


Όταν ξαναρθεί ο Χειμώνας θα πέσουν τα φύλλα στη γλάστρα από ό,τι φυτέψαμε

Θα 'ρθω για να ρίξω νέους σπόρους, να ανθίσουν λουλούδια, να λέν' πως αντέξαμε

Αυτές οι βροχές δυναμώνουνε, αυτές οι εποχές μας διαλέξανε

Μα πες μου μονάχα πως θα ρίχνεις φως να θυμάμαι για πόσα παλέψαμε

Πόσα αντέξανε οι πλάτες μας, εμείς, οι στιγμές και οι ανάγκες μας

Μαζεύω αναμνήσεις και φεύγω ξανά να ξαπλώσω στα μήκη και πλάτη απ' τους χάρτες μας

Σε 'μας δεν μετράνε τα λόγια, ευτυχώς που μετρήσαν τα μάτια μας

Και είπα θα γίνω φωτιά που θα καίει στο τζάκι να μπούνε στο σπίτι σου οι στάχτες μας

Κλεισ' το παράθυρο, μπάζει ησυχία, αμφιθυμία και αδιαφορία

Και αν θυμηθείς όπως έρχεσαι φέρε μου λίγη απ' όση κρατάς ψυχραιμία

Σου 'πα θα φύγουμε σύντομα κάπου μα μέχρι να γίνει απλά πότισέ τα 

Ο χρόνος θα τρέχει και εγώ θα γυρίζω σαν να 'χω αυτό το στυλό σε κασέτα

Εδώ πλέον φοβάμαι λιγότερα πράγματα από όσα θυμάμαι και αυτό θα πει νίκη

Σήμερα γέλασες κι ήταν σαν να 'καψες με ένα σου γέλιο όλη τη Σαλονίκη

Αυτό είναι γραμμένο για αυτούς και για αυτές που παίξαν μπουνιές με το τέρας της λύπης

Που είδανε στα αλήθεια τι παίζει σε αυτό το κεφάλι, κάτω απ' τα layers της φρίκης

Απόψε το βράδυ μην έρθεις να πεις ότι όλα τελειώνουν και χάνονται 

Σου έχω αφήσει στην άκρη της γης τα λουλούδια που κάπως σου μοιάζουνε

Απόψε μην έρθεις να πεις πως όλα στον κόσμο χαλάν και σαπίζουνε 

Σου έχω αφήσει στην άκρη της γης τα τραγούδια που θα μας θυμίζουνε

Και εγώ παραμένω εξόριστος, στο πάρτι του χρόνου απρόσκλητος

Θα ΄ρθω μια μέρα για να σε ξυπνήσω σαν ανατολή στο κεδρόδασος

Θα φέρω μαζί μου αστέρια και αγέρες απ' την εποχή του λυκόφωτος

Θα φέρω ελπίδα και τον πρώτο στίχο απ' τη σονάτα του σεληνόφωτος

Γυρίζω στο σύμπαν απόψε και ψάχνω λουλούδια που μείνανε μόνα

Ρωτώ πώς αντέξανε μέσα στο κρύο και τις παγωνιές του Χειμώνα

Και αυτά μου απαντάνε πως όλα γίνονται με αγώνα, μόνο με αγώνα

Πως έρχονται αλκυονίδες ημέρες και πως στέκονται όρθιοι ακόμα

Γυρίζω στο κέντρο απόψε το βράδυ και ψάχνω παιδιά που τους κόψαν τα πόδια

Και λέω τα πόδια γιατί για φτερά δεν μιλάμε σε τούτα τα χρόνια

Και αυτά μου απαντάνε πως για να ανασάνουν κάναν τις καρδιές καπνογόνα

Πως όσο υπάρχουμε αλώβητοι ακόμα εκείνα θα βάζουν στο μίσος αγκώνα (και φτάνει)

Απόψε το βράδυ μην έρθεις να πεις ότι όλα τελειώνουν και χάνονται 

Σου έχω αφήσει στην άκρη της γης τα λουλούδια που κάπως σου μοιάζουνε

Απόψε μην έρθεις να πεις πως όλα στον κόσμο χαλάν και σαπίζουνε 

Σου έχω αφήσει στην άκρη της γης τα τραγούδια που θα μας θυμίζουνε

Απόψε το βράδυ μην έρθεις να πεις ότι όλα τελειώνουν και χάνονται 

Σου έχω αφήσει στην άκρη της γης τα λουλούδια που κάπως σου μοιάζουνε


Sponty

Παλιά Καλοκαίρια


Καρπίζουν μέσα μου παλιά καλοκαίρια

ανάβουνε βλέμματα αλλοτινά

θροΐζουν αγγίγματα

Τίποτα, τίποτα δε χάθηκε στ’ αλήθεια

όλα είναι εδώ, όλα είναι εδώ


Μια σπίθα μόνο ανάβει πυρκαγιές

στις θημωνιές της μνήμης

πυρκαγιές στις θημωνιές της μνήμης

Κι αν η ελπίδα το μέλλον συντηρεί

η μνήμη τρέφει το παρόν

το παρελθόν μας δικαιώνοντας

Γιατί ό,τι υπήρξε μια φορά

δε γίνεται να πάψει να έχει υπάρξει.


Λένα Παππά

Καταλύομαι

 


Ξυπνάω και προσπαθώ να καταλάβω

η πλάτη μου πονάει, στον ύπνο πάλι πιάστηκα

δεν υπάρχει πλέον κάτι να προλάβω

κι όμως εξακολουθώ να περπατάω βιαστικά

εδώ δεν κινείται τίποτα

μα ευτυχώς έχει κρύο δε θα λιώσουν τα λάστιχα

κι όσο δεν κινείται τίποτα

μην περιμένεις να μας σώσουν τα τετράστιχα

μας την είχε στημένη

αλλά θα γείρει και θα τον πλακώσει η πλάστιγγα

την έχουνε κρυμμένη αλλά αμα ξέρεις να κοιτάς

τη βλέπεις ευδιάκριτα τη σβάστικα

είπα να γράψω κάτι να χαρούνε οι φίλοι μου

αλλά μου βγήκανε αυτά αντανακλαστικά

είχες υποσχεθεί πως θα φανείς ε


συγγνώμη, ξεχάστηκα


έχει τρεις μήνες που δε ξέρω καν τι μέρα είναι

και το 'χω ρίξει αλλά δε λέει να πέσει το κέρμα

ένα παιδί που μου φωνάζει λίγο ακόμα μείνε

έχεις καρδιά πάνω σου;

βγάλε και κέρνα

είπαμε τέρμα η κρίση αυτοπεποίθησης

μα θα την κερδίσω πάλι λίγο λίγο

ως τότε προσπαθώ να καταλάβω το τέλος της συζήτησης

και να μην τρακάρω στον τοίχο

και τα μάτια μου ιδρώσανε

τα παιδιά μετανιώνουν που νιώσανε

προσπαθώ να τους πείσω να μην πάνε εκεί

αλλά λένε ό,τι δώσανε δώσανε

μετά από τόσα “ναι”

πονάει παραπάνω το “όχι”

ματώσαμε για να υπάρχουνε λόγοι

κάπου χάθηκε το νόημα

πάρε τηλέφωνο και πες να το φέρει όποιος το 'χει

έχω ξεχάσει πως είναι να σ'αγκαλιάζουνε

κι είναι παράδοξο γιατί είναι η πρώτη φορά που δε λείπω

έχω κολλήσει όλα γύρω να μην ταιριάζουνε

και τρώω με το κουτάλι τη ζωή μα είναι πάλι πλασίμπο

σκέφτομαι πιο πολύ από όσο μου κάνει καλό

υπεραναλύω και υπεραναλύομαι

σκέφτομαι να μη σκεφτόμουν για ένα λεπτό

παίρνω φόρα πέφτω πάνω στον τοίχο μου και διαλύομαι


πέφτω πάνω στον τοίχο μου και διαλύομαι

προσπαθώ όλο να φύγω μα κωλύομαι

υπεραναλύω και υπεραναλύομαι

σε ένα φτηνό μηχανισμό καταλύομαι


σε ένα φτηνό μηχανισμό καταλύομαι


Cortés & Χάσμα