Μέχρι που γύρισα την τελευταία σελίδα
Και πουθενά ο δολοφόνος
Μέχρι που χόρτασα ψωμί
Και η πείνα δεν μ’ αφησε
Μέχρι εκεί που περπάτησα
Κι ο δρόμος χωρίς τέλος
Χωρίς τέλος η ένδεια και η απουσία και η σιωπή
Και ο φόβος και το σκοτάδι και ο χειμώνας
Και η σκόνη στο τραπέζι
Και οι ακριβές κουρτίνες
Και μουσική αδιάκοπη
Και τα ποτά που χύθηκαν στα σπλάχνα
- μαύρα ρούχα και κόκκινο στα μάγουλα -
Και ο υπάλληλος της εφορίας
Και ένα γράμμα ανεπίδοτο
Τα χαλασμένα χαμόγελα
Και οι κλειδώσεις οι σφιγμένες
Και τα μάτια να πείσουν «εδώ είμαι»
Και οι λογαριασμοί στην τράπεζα
Και μίλια πτήσης μπρός πίσω γραμμένα για την επιβράβευση
Και γυαλισμένα τζάμια αυτοκινήτου
Λεωφόρος, έξοδος, αυτοκινητόδρομος
Και πρόθυμο το σώμα
- καλοσυντηρημένες σωληνώσεις,
λέει να τις προσέχεις, ο καθρέφτης φύλακας -
κοιτάει σημάδια στο ταβάνι
Σημάδια στο ταβάνι. Για δες. Συγύρισμα.
Χρύσα Πανταζή