Κυριακή 22 Μαΐου 2016

Ο εχθρός του ποιητή (απόσπασμα)


Αφηγήθηκα στην Κυβέλη τον εφιάλτη που με ξύπνησε. Πολλές φορές τον έχω ξαναδεί αυτόν τον απλοϊκό κοινό εφιάλτη. Ότι κοιμόμουν με το πρόσωπο στον τοίχο. Μέσα στο άδειο άγνωστο δωμάτιο ενός χωριάτικου σπιτιού όπου με είχε πάει ο ύπνος. Όλα μου τα όνειρα συμβαίνουν σε άγνωστα ελληνικά χωριά. Κάνει πολύ κρύο κι έξω οι δρόμοι είναι ποτάμια λάσπης. Σημαδεμένοι από ρόδες κάρων και λάστιχα τρακτέρ. Ένας άνθρωπος ήταν στο δωμάτιο με πλησίαζε αργά και αθόρυβα. Παράλυτος δεν μπορούσα να γυρίσω να τον δω. Αλλά ήξερα ότι με πλησίαζε το πιο τρομαχτικό πλάσμα του κόσμου.
Το πιο τρομαχτικό πράγμα είναι μαζί και γελοίο. Το γελοίο είναι η φοβερότερη ιδιότητα του τρομαχτικού.Έπρεπε να γυρίσω να δω και με προσπάθεια υπεράνθρωπη γύρισα το κεφάλι. Ένιωσα να τρίζουν και να σπαν οι σπόνδυλοι του τραχήλου μου και τον είδα. Αλλά είχε σκεπασμένο το κεφάλι του κι έκρυβε το πρόσωπό του. Φορούσε μια μεγάλη χαρτοσακούλα από χοντρό πρόστυχο χαρτί που τυλίγουν τα κρέατα και δεν μπορούσα να δω το πρόσωπό του. Αλλά φαντάστηκα ότι το πρόσωπό του. Θα ήταν ένα κομμάτι κρέας ζωντανό κι εκεί που με ρουφούσε η κινούμενη άμμος ενός ανυπόφορου κινδύνου ο νους μου πάλι με τράβηξε έξω στην επιφάνεια. Ξύπνησα χωρίς ν’ αναγνωρίσω αυτόν που θέλει χυδαία και γελοία να με τρομάξει.

Εκδόσεις Κέδρος 1990
Γιώργος Χειμωνάς

Παρασκευή 20 Μαΐου 2016

ΙV

παρακαλώ, περιμένετε
να σας εξομολογηθώ
αυτό είναι ένα
ένα απλό χαρακίρι
αίσθηση
ηθική
θάνατος ησυχίας
παντός καιρού

Παρασκευή 13 Μαΐου 2016

Τίποτα δὲ θ’ ἀντιληφθεῖς


Τίποτα δὲ θ’ ἀντιληφθεῖς
θὰ διαβάσεις μόνο τὸ πρωὶ
κάτι συνθηματικὰ χείλη γραμμένα
στὸ διπλανὸ ποτήρι σου
μὲ ὁλονύκτιο νερὸ.
Σκέφτομαι ἀπόψε νὰ στείλω τὴ μελαγχολία μου
νὰ κοιμηθεῖ μαζί σου
νὰ μείνω λίγο μόνη.
Στὴν τσάντα της θὰ βάλω
κάτω ἀπ’ τὰ βραδινά της φάρμακα
δῆθεν κατὰ λάθος μιὰ φωτογραφία της
πῶς ἤτανε μικρὴ
μὴ καὶ τὴ νανουρίσεις
καὶ κάτω ἀπ’ τὸ νανούρισμα θὰ κρύψω
μιὰ δεύτερη ἀλλαξιά
μὴ καὶ ἀλλάξουνε τὰ πράγματα
καὶ τὴν κρατήσεις κι αὔριο βράδυ.
Βέβαια, πῶς ἀγαπᾶς νυχτιάτικα τὸν ἄλλον
χωρὶς νὰ τὸν ρωτήσεις. Ἄκου
προστακτικὴ φωνὴ ἦταν ὁ ἔρωτας
πρὶν ἀνακαλυφθεῖ ἡ ἱκεσία.
Ἐξάλλου ἐσὺ τίποτα δὲ θ’ ἀντιληφθεῖς.
Θὰ ξάπλωνε ὄχι δίπλα σου ἀκριβῶς
τὸ ἀκριβῶς εἶναι ἄξενο.
Σὲ παραπλήσια ἄνετη προθυμία
θ’ ἀποκοιμιόταν γέρνοντας
πλάι καὶ κολλητὰ
στὸ μὴ ἀντιληπτόν
- θεῖο πλάσμα. Ἀγάπα με τοῦ λὲς καὶ σ’ ἀγαπάει.

Κική Δημουλά